image with the sign of Myriobiblos





Κεντρική Σελίδα | Βιβλιοθήκη | Αφιερώματα | Σεμινάρια | Παρουσιάσεις Βιβλίων

ΕΛΛΗΝΙΚΑ | ENGLISH | FRANÇAIS | ESPAÑOL | ITALIANO | DEUTSCH

русский | ROMÂNESC | БЪЛГАРСКИ


ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
 


ΕΠΙΚΟΙΝΩΝIA

Κλάδος Διαδικτύου

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ





ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ

Ἀσκητική

Βασίλειος καὶ Κασσιανός — τὰ κείμενα

Ἀποσπάσματα ἀπό: Γ. Βαλσάμης, Ἀσκητική, Ἀθήνα 2020, σ. 35-48.   Ἀποσιωπητικὰ σὲ ἀγγύλες [...] δηλώνουν κείμενο ποὺ ὑπάρχει μόνο στὴν ἔντυπη ἔκδοση.   Πίνακας Περιεχομένων

[...] Ὁ ἴδιος ὁ Βασίλειος,[77] περιγράφοντας πῶς ἀφοσιώθηκε στὸ Εὐαγγέλιο δὲν ἀναφέρεται στὴν ἀδελφή του ἀλλὰ σὲ ἐσωτερικὴ δική του ἑτοιμότητα καὶ φυσιολογικὴ ἐξέλιξη: οὕτω λογίζομαι ἐμοὶ τὸν αὐτὸν λόγον διὰ τῆς προκοπῆς ηὐξῆσθαι. Ἂν ὁ Γρηγόριος δὲν ὑπερβάλλει γιὰ τὴν συμβολὴ τῆς ἀδελφῆς τους καὶ ἂν ὁ Βασίλειος δὲν τὴν ὑποτιμάει, ἡ Μακρίνα, ἡ ὁποία ἤδη ἀσκήτευε, θὰ πρέπει νὰ ἐπέδρασε ὣς ἕνα βαθμὸ καταλυτικὰ στὴν πρόοδο τοῦ ἀδελφοῦ της, ἂν καὶ χωρὶς νὰ προσθέσει κάτι νέο.[78]

Ὁ Βασίλειος παρέμεινε στὴν Καισάρεια ἀσκῶντας τὴν ρητορικὴ ἀπὸ τὸ φθινόπωρο τοῦ 356 ὣς τὴν ἄνοιξη τοῦ 357. Ἀπὸ τὴν ἄνοιξη ὣς τὸ φθινόπωρο τοῦ 357 ταξίδεψε στὴ Συρία, τὴν Παλαιστίνη καὶ τὴν Αἴγυπτο, ἐπιδιώκοντας καὶ πάλι μιὰ συνάντηση μὲ τὸν Εὐστάθιο. Βαπτίστηκε ἀπὸ τὸν Διάνιο Καισαρείας κατὰ τὸ φθινόπωρο τοῦ 357 καὶ προχειρίσθηκε ἀναγνώστης. Τὴν ἄνοιξη τοῦ 358 ἐπισκέφθηκε τὶς ἀδελφότητες τοῦ Εὐστάθιου καὶ γιὰ πρώτη φορὰ πίστεψε πὼς βρῆκε σημαντικὴ βοήθεια στὴν πνευματική του προσπάθεια, ἂν καὶ ἤδη εἶχε ταξιδέψει στοὺς μεγάλους ἀσκητικοὺς τόπους τῆς ἐποχῆς γιὰ νὰ γνωρίσει τὶς σχετικὲς παραδόσεις τῆς Ἐκκλησίας.[79] Ἀκόμη δὲν εἶναι ὁ νομοθέτης ἀλλὰ ὁ μαθητής, χρειάζεται βοήθεια, καὶ ὅμως προσπερνάει τὶς σύγχρονές του μορφὲς τῆς ἄσκησης, ἀκόμα καὶ τὸν περίφημο αἰγυπτιακὸ μοναχισμό. Τὸ διάστημα τῆς ἀναζήτησης πνευματικοῦ πατέρα καὶ ἀξιολόγησης τῶν ἀσκητικῶν τρόπων, χρειάζεται νὰ μὴν ὑποτιμηθεῖ, ἐπειδὴ χαρακτηρίζει τὴν νοοτροπία του: γιὰ τὴν προκοπὴ καθενὸς κύριος ὑπεύθυνος εἶναι ὁ ἑαυτός του. Ὅλα τὰ ἄλλα — παραδόσεις, πνευματικοὶ σύμβουλοι, ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς προσωπικά — ἔχουν στὴν καλύτερη περίπτωση βοηθητικὴ ἀξία. Κάθε ἀγωγὴ ποὺ ὑπονομεύει τὴν προσωπικὴ εὐθύνη καὶ ἀπόφαση, θρησκευτικὴ ἢ ‘κοσμική’, τραυματίζει τὴν ψυχή, περιφρονεῖ τὴν ἀνθρώπινη φύση καὶ ἐμποδίζει τὴν πρόοδο. Ὁ Βασίλειος ἤδη τότε ἔμπρακτα διαχωρίστηκε ἀπὸ τὴν κυρίαρχη ἀσκητικὴ νοοτροπία, πρὸς τὴν ὁποία εἶναι φανερὸ ὅτι αἰσθανόταν ξένος, καὶ ἄρχισε τὴν ἄσκησή του τὸν Νοέμβριο τοῦ 358 στὸ πατρικό του κτῆμα στὰ Ἄννησα,[80] χωρὶς ἀκτημοσύνη, χωρὶς νὰ ἐνταχθεῖ σὲ κοινόβιο, χωρὶς νὰ ἐπιβλέπει κανεὶς τὸν πνευματικό του ἀγῶνα. Ἁπλῶς ἀπομακρύνθηκε ἀπὸ τὶς ἀσχολίες τῆς πόλης, ὅπως θὰ πήγαινε κάποιος στὸ ἐξοχικό του, ἔχοντας ἐπιλέξει ὁ ἴδιος τὸ δικό του πρόγραμμα, προσπαθῶντας νὰ διασφαλίσει περισσότερη ἡσυχία γιὰ περισυλλογή, μὲ ὅποιο τρόπο νόμιζε κατάλληλο — προσευχόμενος, ἀγρυπνῶντας, μελετῶντας. Δηλαδὴ παρέκαμψε τὴν ἐκκλησιαστικὴ πράξη τῆς ἐποχῆς του καὶ ἔκανε ὅ,τι ἀκριβῶς οἱ πρῶτοι ἀσκητὲς τὴν ἐποχὴ τοῦ ἀπολύτως ἀνοργάνωτου μοναχισμοῦ.

Ἡ περίοδος αὐτὴ κράτησε περίπου ἕνα ἔτος, ὣς τὸ τέλος τοῦ 359. Τὸν Ἰανουάριο τοῦ 360 συνόδευσε τὸν Διάνιο στὴν Σύνοδο τῆς Κωνσταντινούπολης καὶ μετὰ ἐπισκέφθηκε τὸν φίλο του Γρηγόριο Θεολόγο στὴν Τιβερίνη, ἀπορρίπτοντας ὅμως τὴν πρόταση τοῦ τελευταίου νὰ μείνει ἐκεῖ γιὰ νὰ συνασκητεύσουν. Μετὰ ἀπὸ μιὰ σύντομη διαμονὴ στὴν Καισάρεια, συνέχισε ἀσκούμενος κατὰ τὴν βούλησή του, ὅμως στὸν ῎Ιρι ποταμὸ (ἄνοιξη τοῦ 360), ὅπου κοντὰ στὰ τέλη τῆς ἴδιας χρονιᾶς τὸν ἐπισκέφθηκε ὁ Γρηγόριος Θεολόγος. Οἱ δύο φίλοι ἀσκήτευσαν μαζὶ περίπου ἕνα χρόνο, ὣς τὸ Πάσχα τοῦ 362, μὲ μιὰ μικρὴ διακοπὴ τὰ Χριστούγεννα τοῦ 361.[81] Ὁ Γρηγόριος ὀνομάζει τὴν ἄσκησή τους “ἑκούσια κακοπάθεια”, “τρυφηλὴ” ὅμως καὶ “πολύτιμη”. Μελετοῦσαν τὴν Ἁγία Γραφή, ἔψαλλαν, ἀγρυπνοῦσαν, προσεύχονταν. Φρόντιζαν οἱ ἴδιοι γιὰ τὶς καθημερινές τους ἀνάγκες, ἔκοβαν καὶ μετέφεραν ξύλα, ἔφτιαχναν αὐλάκια γιὰ τὰ νερά, περιποιοῦνταν τὰ φυτά... Ὁ Βασίλειος ἐπέβλεπε καὶ ἄλλους ἀδελφούς,[82] τῶν ὁποίων οἱ ἐρωτήσεις τὸν παρακίνησαν στὴν συγγραφὴ τῶν Ὅρων.[83] Ἑπομένως εἶχε ἀρχίσει πιὰ νὰ συνειδητοποιεῖ τὸ εἶδος τῆς ἄσκησης ποὺ τοῦ φαινόταν κατάλληλο γιὰ τὸν ἑαυτό του καὶ γιὰ τὶς ἀνάγκες μιᾶς κοινότητας ποὺ συγκεντρωνόταν γύρω του. Στὴν πραγματικότητα τὸ ‘μοναστήρι’ τοῦ Βασίλειου δὲν ἦταν παρὰ ἕνας συνδυασμὸς ἐξυπηρέτησης τῶν βιοτικῶν ἀναγκῶν καὶ ἔντονης εὐσέβειας, συνδυασμὸς προσιτὸς σὲ κάθε ἁπλὴ οἰκογένεια ἢ ὁποιαδήποτε ‘κοσμικὴ’ ὁμάδα. Ἡ μεγάλη αὐτὴ ἐγγύτητα μὲ τὰ ‘κοσμικὰ’ πράγματα, τὸν ἔκανε νὰ θεωρεῖ ἐφικτὴ καὶ ἐπιθυμητὴ τὴν ἵδρυση κοινοβίων κοντὰ στὶς πόλεις, πιστεύοντας ὅτι ἀκόμη καὶ μιὰ ὁλόκληρη πόλη δὲν θὰ ἦταν ἀκατόρθωτο νὰ ἀναπτύξει σὲ ἱκανὸ βαθμὸ ἀσκητικὴ διαβίωση, ἀρκεῖ νὰ ὑπῆρχαν ἐκεῖνοι ποὺ θὰ διακρίνονταν γιὰ τὴ σκέψη τους, ἱκανοὶ νὰ στηρίζουν τοὺς ὑπόλοιπους. Ἐφόσον σὲ ὅλους ἀπευθύνονται τὰ Καλὰ Νέα τῆς χριστιανοσύνης, χρειάζεται μιὰ μορφὴ ἄσκησης λίγο πολὺ προσιτὴ σὲ ὅλους, μὲ σεβασμὸ τῆς ἀτομικῆς ἐλευθερίας καὶ ἐπίσης μὲ ἐπιείκεια, μέτρο καὶ λογική.

[...] Τὴν συγγραφὴ τῶν ἀσκητικῶν ἔργων ἄρχισε, ὅπως εἰπώθηκε, στὸ ἀσκητήριό του τέλη τοῦ 358, ὁπότε ἦταν περίπου 29 ἐτῶν.[84] Προηγοῦνται τὰ Ἠθικὰ (Περὶ πίστεως), μιὰ συλλογὴ χωρίων τῆς Καινῆς Διαθήκης σὲ 80 ἑνότητες (233 κανόνες) μαζὶ μὲ δικά του σχόλια, ὅπου διευκρινίζονται καθήκοντα τῶν χριστιανῶν ἐν γένει, ὄχι μόνο τῶν ἀσκητῶν.[85] Στὸν πρόλογό του ὁ Βασίλειος ἐξηγεῖ ὅτι ἀρχικὰ σκόπευε νὰ χρησιμοποιήσει καὶ τὴν Παλαιὰ Διαθήκη γιὰ νὰ φανεῖ ἡ συμφωνία τῶν Γραφῶν, ὅμως οἱ συνασκητές του πίεζαν νὰ ἐπισπεύσει.[86] Προφανῶς ὁ ‘συμβιβασμὸς’ αὐτὸς προϋποθέτει σχετικὴ ὑποτίμηση τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἔναντι τῆς Καινῆς. Τὰ Ἠθικὰ πρέπει νὰ εἶναι τὸ ἔργο ποὺ ἀναφέρει ὁ Γρηγόριος Θεολόγος στὴν ἕκτη ἐπιστολή του, τὸ ὁποῖο διαμορφώθηκε μὲ τὴν συνεργασία καὶ τοῦ ἰδίου.[87] Ἡ κύρια εὐθύνη καὶ ἡ τελικὴ ἐπεξεργασία εἶναι τοῦ Βασίλειου, ὁ ὁποῖος τὸ ἐξέδοσε συνοδεύοντάς το μὲ τὸ προοίμιο 7 (Περὶ κρίματος Θεοῦ) καὶ τὴν ἕκτη παράγραφο τοῦ προοιμίου 8 (Περὶ πίστεως).[88]

Ἤδη ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι προέταξε ἕνα ἔργο ὅπως τὰ Ἠθικά, γίνεται φανερὸ ὅτι δὲν ἀντιλαμβάνεται στὴν ἄσκηση μιὰ ‘ἐξειδίκευση’ ἀλλὰ τὸ γενικὸ χριστιανικὸ ἦθος. Ἂν ὁ μοναχισμὸς ἀναπτύσσει στοιχεῖα ποὺ διαφέρουν οὐσιαστικὰ ἀπ’ ὅσα χαρακτηρίζουν τὴν εὐσέβεια τῶν ‘κοσμικῶν’, καὶ τὰ στοιχεῖα αὐτὰ δὲν μποροῦν ἢ δὲν χρειάζεται νὰ ἐντάσσονται στὴν ‘κοσμικὴ’ θρησκευτικότητα, πρέπει νὰ θεωροῦνται περιττὰ ἢ δευτερεύοντα καὶ περιστασιακά, ἴσως κατὰ περίπτωση ἐσφαλμένα. Γιὰ παράδειγμα, ἡ προσευχὴ εἶναι στοιχεῖο κοινὸ σὲ κάθε μορφὴ εὐσέβειας, καὶ ὅταν εἶναι ἀληθινή, δηλαδὴ ὅταν ἐνισχύει ἀμεσότητα καὶ ἐγγύτητα μὲ τὸν Θεό, δὲν ἔχει σημασία ἂν κάποιος προσεύχεται στὸν ναὸ ἢ στὸ σπίτι του, μόνος του ἢ μὲ ἄλλους. Ἂν οἱ καρποὶ τοῦ Πνεύματος εἶναι χαρά, εἰρήνη, καὶ τὰ ὅμοια, κάθε φορτικὸς τρόπος ἀπομακρύνει ἀπὸ τὴν οὐσία τῆς πίστης, ὅπως ἀπομακρύνει μιὰ ‘κοσμικότητα’ ποὺ ἀντὶ χαρᾶς ἔχει διασκέδαση, ἀντὶ εἰρήνης νωχέλεια. Καταλαβαίνω ὅτι βρίσκομαι στὸν σωστὸ δρόμο προσέχοντας σὲ ποιὸ βαθμὸ εἶναι ζωντανὰ μέσα μου τὰ δῶρα τοῦ Πνεύματος. Πνευματικὴ σταύρωση εἶναι ἡ νίκη ἐπάνω στὴν ἀπελπισία ἢ τὴν ὀργὴ γιὰ ἐπιθυμίες ποὺ ματαιώνονται, κι αὐτὸ δὲν θὰ τὸ κατορθώσω ἀληθινά, ἂν δὲν ἔχω τὴν ἐπιθυμία ἐκείνη ποὺ μόνο ἐκπληρώνεται καὶ ποτὲ δὲν ἀπογοητεύει. Γι’ αὐτὸ ἡ κύρια φύση τῆς σταύρωσης εἶναι χαρμόσυνη.

Ἡ πρώτη μορφὴ τῶν Ὅρων,[89] γνωστὴ καὶ ὡς μικρὸ ἀσκητικό,[90] ἀνάγεται στὴν περίοδο ποὺ προηγεῖται τῆς ἀνόδου τοῦ Βασιλείου στὸν ἐπισκοπικὸ θρόνο.[91] Σώζεται μόνο στὴν λατινικὴ μετάφραση τοῦ Ρουφίνου καὶ σὲ μιὰ συριακὴ μετάφραση. Σὲ ἔκταση ἀντιστοιχεῖ περίπου στὸ ἥμισυ τοῦ γνωστοῦ μας σήμερα ἑλληνικοῦ κειμένου τῶν Ὅρων κατὰ πλάτος καὶ κατ’ ἐπιτομήν — 203 ὅροι ἔναντι 368 τῆς Vulgata.[92] Ὡς ἐπίσκοπος ὁ Βασίλειος συνέχισε νὰ καθοδηγεῖ μοναχοὺς καὶ ἐπεξεργάστηκε περαιτέρω τὸ μικρὸ ἀσκητικό,[93] τοῦ ὁποίου οἱ ὅροι 1–11 ἐπεκτάθηκαν καὶ ἀποτέλεσαν τοὺς ὅρους κατὰ πλάτος 1–23, ὅπου προσέθεσε τοὺς ὅρους 24–55. Στοὺς ὑπόλοιπους 192 ὅρους τοῦ μικροῦ ἀσκητικοῦ προσέθεσε 121 ὅρους σχηματίζοντας τοὺς 313 κατ’ ἐπιτομὴν (σύντομους) ὅρους ποὺ περιέχει ἡ Vulgata μαζὶ μὲ τοὺς 55 κατὰ πλάτος (ἐκτενεῖς) ὅρους.[94] Τὸ κείμενο αὐτὸ ὑπέστη καὶ ἄλλες ἐπεξεργασίες, χωρὶς ὅμως τὴν προσθήκη νέων ὅρων, ἀπ’ ὅπου προέκυψε ἡ τρίτη ἔκδοση. Ἡ νέα αὐτὴ ἔκδοση μαζὶ μὲ τὰ Ἠθικὰ καὶ τὸ προοίμιο 6 ἀποτέλεσαν τὴν Ὑποτύπωσιν ἀσκήσεως. Αὐτὸ τὸ σῶμα κειμένων ὁ Βασίλειος ἀπέστειλε σὲ ἀσκητικὲς κοινότητες ποὺ δὲν μποροῦσε νὰ ἐπισκεφθεῖ, πιθανῶς στὸν Πόντο.[95] Τὸν ἕκτο αἰώνα διαμορφώθηκε τὸ λεγόμενο Μεγάλο Ἀσκητικό, τὸ ὁποῖο περιεῖχε τὴν Ὑποτύπωσιν ἀσκήσεως καὶ ὁρισμένα νόθα ἢ ἀμφιβαλλόμενα ἔργα τοῦ Βασίλειου.[96]

 

*

 

Ἡ μαθητεία τοῦ Κασσιανοῦ στὴν Βηθλεὲμ κι ἔπειτα στὴν Αἴγυπτο κράτησε περίπου εἴκοσι χρόνια.[97] Περὶ τὸ 415, ἤδη πρεσβύτερος,[98] ἵδρυσε στὴν Μασσαλία δύο μοναστήρια, ἕνα ἀνδρῶο, τῶν ἁγίων Πέτρου καὶ Βίκτωρος, καὶ ἕνα γυναικεῖο, τοῦ ἁγίου Σωτῆρος.[99] Τὴν περίοδο ἐκείνη ἡ Προβηγγία εἶχε μόλις ἡσυχάσει ἀπὸ τὶς ἐπιδρομὲς τῶν Βησιγότθων, τὶς ὁποῖες φυσικὰ ὁ πληθυσμὸς δὲν λησμόνησε καὶ πολλοὶ ζητοῦσαν ἀπὸ τὸν Κασσιανὸ νὰ ἐξηγήσει γιατί ὁ Θεὸς ἄφησε νὰ σκοτωθοῦν μοναχοὶ ἀπὸ τὰ χέρια βαρβάρων.[100] Τὸ γεγονὸς ἤγειρε ζητήματα θεοδικίας, μὲ ἀπώτερο σκοπὸ ὅσων σκανδαλίζονταν ὄχι τόσο νὰ γίνει καλύτερα ἀντιληπτὸ τὸ θεῖο θέλημα ὅσο νὰ διαβληθεῖ ὁ μοναχισμός. Στὶς ἀπορίες αὐτὲς ὁ Κασσιανὸς ἀπαντᾶ μὲ τὴν ἕκτη Συζήτηση, ποὺ ἔχει ἀφορμὴ τὶς σφαγὲς χριστιανῶν ἀσκητῶν ἀπὸ Σαρακηνοὺς στὴν ἔρημο τῆς Παλαιστίνης. Ὁ Κασσιανὸς ἐξηγεῖ ὅτι τὸ θεῖο θέλημα ἔχει διαφορετικὰ μέτρα ἀπὸ τὰ συνήθη δικά μας: ταλαιπωρίες, κακουχίες, ἀρρώστιες καὶ θάνατοι δὲν εἶναι συμφορές, ἀλλὰ ὁ χωρισμὸς ἀπὸ τὸν Θεό.

Σὲ πολιτικὲς συνθῆκες τρικυμιώδεις καὶ σὲ περιβάλλον καχύποπτο γιὰ τοὺς μοναχούς, ὁ Κασσιανὸς προσπάθησε νὰ ἐνισχύσει τὸν γαλλικὸ μοναχισμὸ μὲ ἕνα θεσμικὸ πλαίσιο καὶ μὲ μιὰ προσέγγιση τῶν προϋποθέσεων τῆς θείας θεωρίας, ὅπως μποροῦσε νὰ τὶς συναγάγει ἀπὸ τὴν ἀσκητικὴ θεωρία καὶ πράξη τῆς ἑλληνόφωνης χριστιανοσύνης τῆς ἐποχῆς του.[101] Ἡ ἀρχὴ τῆς συγγραφικῆς του δραστηριότητας δὲν συμπίπτει μὲ τὴν ἵδρυση τῶν δύο μονῶν στὴν Μασσαλία. Περὶ τὸ 420, ὁ ἐπίσκοπος Ἄπτης Κάστορας τοῦ ζήτησε νὰ συμβάλει στὴν ὀργάνωση τοῦ κοινοβίου ποὺ ἐπρόκειτο νὰ ἱδρύσει.[102] Ὁ Κασσιανὸς ἀνταποκρίθηκε γράφοντας δώδεκα βιβλία Περὶ τῶν κοινοβιακῶν θεσμῶν καὶ περὶ τῆς θεραπείας τῶν ὀκτὼ κυρίων ἁμαρτημάτων (De institutis coenobiorum et de octo principalium vitiorum remediis). Ὁ ἴδιος διακρίνει τὰ βιβλία περὶ θεσμῶν[103] ἀπὸ τὰ ὑπόλοιπα ὀκτὼ περὶ ἁμαρτημάτων.[104] Τὰ βιβλία γιὰ τοὺς θεσμοὺς ἐπηρέασαν πολὺ τοὺς ἀρχαίους μοναστικοὺς κανόνες τῆς Δύσης.[105] Ἴσως στὴν Ἰσπανία τὸν ἕβδομο αἰῶνα χρησιμοποιήθηκαν γιὰ νὰ σχηματισθεῖ ὁ ‘Κανόνας’ τοῦ Κασσιανοῦ.[106] Σημαντικὴ ὅμως ἦταν ἡ ἐπιρροή τους καὶ στὴν Ἀνατολή. Μεταφράστηκαν ἤδη τὸν πέμπτο αἰῶνα, καὶ μὲ βάση τὴν ἔκδοση αὐτὴ συντάχθηκε σύνοψή τους σὲ δύο βιβλία, τὴν ὁποία γνώριζε ὁ Φώτιος καὶ σώζεται μέχρι σήμερα μὲ τὸ ὄνομα τοῦ Μ. Ἀθανασίου.[107] Εἶναι φανερὸ ὅτι οἱ ἰδέες ποὺ ἐνέπνεαν τὸν Κασσιανό, ποτὲ δὲν ἔχασαν τελείως τὴν αἴγλη τους. Μετὰ τὸ ἔργο αὐτὸ ὁ Κασσιανὸς συνέταξε τὶς Συζητήσεις (Collationes), μιὰ σειρὰ συνεντεύξεων μὲ Γέροντες τῆς Αἰγύπτου.[108] Σύνοψή τους στὰ ἑλληνικὰ φέρεται ὑπὸ τὸ ὄνομα τοῦ ἁγίου Νείλου.[109] Ἡ ἀραβικὴ μετάφραση ποὺ σώζεται σὲ χειρόγραφο τοῦ ἐνάτου αἰῶνος ἔχει ἐκπονηθεῖ βάσει ἑλληνικοῦ πρωτοτύπου.[110] Ὅταν ὁ Κασσιανὸς ἔγραφε γιὰ τὸν Κάστορα τὰ βιβλία περὶ κοινοβιακῶν θεσμῶν καὶ περὶ ἁμαρτημάτων, εἶχε ἐπίσης κατὰ νοῦ τὴν συγγραφὴ τῶν Συζητήσεων.[111] Τελευταῖο ἔγραψε τὸ Περὶ ἐνσαρκώσεως τοῦ Κυρίου κατὰ Νεστορίου (De incarnatione Domini contra Nestorium), μετὰ ἀπὸ παράκληση τοῦ διακόνου καὶ μετέπειτα ἐπισκόπου Ρώμης Λέοντα.[112] Ὁ Κασσιανὸς ἐξῆρε κυρίως τὴν ἐρημιτικὴ ἀναχώρηση,[113] ὅμως πρότεινε τὸ σύνολο τῆς ἑλληνόφωνης ἀσκητικῆς παράδοσης τῆς ἐποχῆς του ὡς ἱκανὸ νὰ καλλιεργήσει μιὰ ἑνότητα στὸν ἄναρχο δυτικὸ μοναχισμό.

 

___________

Σημειώσεις

Πρβλ. Συντμήσεις / Βιβλιογραφία

 

77 Βλ. Ἐπιστολὴ 223, περ. 375 μ.Χ.

78 Ὁ Τατάκης φαίνεται νὰ ἐξηγεῖ ἔτσι τὴν συμβολὴ τῆς Μακρίνας, ἀποδεχόμενος τὴν πληροφορία τοῦ Νύσσης καὶ ταυτόχρονα ἀναγνωρίζοντας ὅτι ὁ Βασίλειος, ἀκόμη καὶ προτοῦ βαπτισθεῖ, ἀκολουθοῦσε οὐσιαστικὰ τὴν ἴδια πνευματικὴ πορεία. Βλ.Ἡ συμβολὴ τῆς Καπππαδοκίας..., σ. 68.

79 Βλ. Μ. Βασίλειος, Ἐπιστ. 223, 3. [...]

80 Τοὺς λόγους τῆς ἐπιλογῆς αὐτῆς καὶ τὸν τρόπο τῆς ἐκεῖ διαβίωσής του μπορεῖ κανεὶς νὰ διακρίνει στὶς ἐπιστολὲς 14 καὶ 2 πρὸς τὸν Γρηγόριο Θεολόγο.

81 Βλ. Γρηγόριος Θεολόγος, Ἐπιστ. 6, 2.

82 Βλ. Ὅ.π. 6, 4. [...] Μοναχοὶ εἶχαν συγκεντρωθεῖ κοντὰ στὸν Βασίλειο ἤδη τὸ 358. Βλ. Elm, ‘Virgins of God’..., σ. 65. Βλ. ἀκόμη παραπομπὲς τῆς συγγραφέως στὶς ἐπιστολὲς 4 καὶ 6 τοῦ Γρηγορίου Θεολόγου.

83 Βλ. Γρηγόριος Θεολόγος, Ἐπιστ. 6, 4. [...] Πρόκειται γιὰ τὰ Ἠθικά. Τὴν ἴδια περίοδο οἱ δύο φίλοι συνέταξαν τὴν Φιλοκαλία τοῦ Ὠριγένη.

84 Χρησιμοποιῶ τὰ μὴ ἀμφιβαλλόμενα ἔργα τοῦ Βασίλειου ὅπως τὰ ἀποδέχονται οἱ περισσότεροι ἐρευνητές, δηλαδὴ τὰ Ἠθικὰ (PG 31, 692–869), τοὺς προλόγους Περὶ πίστεως (PG 31, 676–692), Περὶ κρίματος Θεοῦ (PG 31, 653–676), καὶ Εἰς τὴν ὑποτύπωσιν ἀσκήσεως (βλ. Gribomont, Histoire du texte..., σ. 279–282), τοὺς Ὅρους κατὰ πλάτος καὶ τὸν πρόλογό τους (PG 31, Προοίμιο, στ. 889–901, Ὅροι, 901–1052), τοὺς Ὅρους κατ’ ἐπιτομὴν καὶ τὸν πρόλογό τους (PG 31, Προοίμιο, 1080, Ὅροι, 1052–1305).

85 Βλ. Χρήστου, Ὁ Μέγας Βασίλειος, σ. 167. Ἤδη τότε ὁ Βασίλειος προσπαθοῦσε νὰ στηρίζει τὴν ἑνότητα λαϊκῶν, μοναχῶν καὶ κληρικῶν. Ἀργότερα μὲ τοὺς Ὅρους ὑποχρεώθηκε νὰ θέσει ζητήματα ποὺ προσιδιάζουν στὸν μοναχισμό, καὶ πάλι ἀναδεικνύοντας τὴν ἴδια ἑνότητα.

86 Βλ. Π 6.

87 Βλ. Gribomont, Histoire du texte..., σ. 256 κ.ἑ., καὶ Quasten, Patrology 3, σ. 211.

88 Ὁ Χρήστου (Ὁ Μέγας Βασίλειος, σ. 169) ἀκολουθῶντας τὸν Maran δέχεται πὼς τὸ Περὶ πίστεως περιελάμβανε ἐξ ἀρχῆς τὰ κεφάλαια 1–5, “ὑπέστη δὲ ἐλαφρὰν τροποποίησιν εἰς μεταγενεστέραν ἔκδοσιν ὑπ’ αὐτοῦ τοῦ Βασιλείου”.

89 Ὑπὸ τὴν γενικὴ ἔκφραση Ὅροι ἐννοοῦνται οἱ Ὅροι κατὰ πλάτος ἢ / καὶ οἱ Ὅροι κατ’ ἐπιτομήν, ἀνάλογα μὲ τὰ συμφραζόμενα.

90 Τὴν ὀνομασία αὐτὴ φαίνεται πὼς μεταχειρίζεται πρῶτος “ὁ ἀρχαῖος ἐκδότης, ὁ ὁποῖος εὑρίσκεται ὄπισθεν τοῦ κώδικος Vat. Gr. 413 τοῦ θ΄ αἰῶνος”: Χρήστου, Ὁ Μέγας Βασίλειος, σ. 163.

91 Βλ. Gribomont, Histoire du texte..., σ. 323.

92 Βλ. ὅ.π., σ. 324.

93 Πρβλ. Vogüé, “The greater rules..., σ. 50.

94 Βλ. Gribomont, Histoire du texte..., σ. 324, καὶ Vogüé, “The greater rules..., σ. 51.

95 Βλ. Gribomont, ὅ.π., σ. 278 καὶ 325.

96 Βλ. λεπτομέρειες εἰς Gribomont, ὅ.π. Γιὰ τὴν ἀναφορὰ τοῦ Φώτιου στὰ ἀσκητικὰ τοῦ Βασίλειου, βλ. Μυριόβιβλον 144 καὶ 191, καὶ Χρήστου, Ὁ Μέγας Βασίλειος, σ. 160. Ἡ διάκριση κατὰ πλάτος καὶ κατ’ ἐπιτομὴν ὅρων ἀνήκει στὸν ἴδιο τὸν Βασίλειο. Βλ. π.χ. KE οδ΄ [...]

97 Σύμφωνα μὲ τὸν Chadwick (John Cassian, σ. 10) ὁ Κασσιανὸς βρισκόταν στὴν Βηθλεὲμ ὄχι ἀργότερα ἀπὸ τὸ 392. [...]

98 Χειροτονήθηκε ἀπὸ τὸν Ἰννοκέντιο Ι στὴν Ρώμη ἢ ἀπὸ τὸν Πρόκολο στὴν Μασσαλία. Ὁ Chadwick (John Cassian, σ. 33) θεωρεῖ πιθανότερο τὸ δεύτερο.

99 Βλ. Olphe–Galliard, “Cassien”, στ. 217.

100 [...] Chadwick, John Cassian, σ. 34. Βλ. καὶ παραπομπὲς τοῦ συγγραφέως εἰς Salvian, De Gub. I.I καὶ C. VI.3, ὅ.π.

101 Βλ. Chadwick, John Cassian, σ. 36, Χρήστου, “Ἰωάννης ὁ Κασσιανός”, στ. 1194, καὶ Stewart, “The monastic journey..., σ. 29. [...]

102 Ἡ ἐπισκοπὴ τῆς Ἄπτης βρισκόταν σαράντα μίλια βορείως τῆς Μασσαλίας. Πρῶτος ὁ Κάστορας θέλησε νὰ ἱδρύσει ἐκεῖ μοναστήρι (βλ. Chadwick, John Cassian, σ. 37). [...]

103 [...] Ὅποτε χρησιμοποιῶ ἀναφορὲς ὅπως “οἱ Θεσμοὶ τοῦ Κασσιανοῦ”, ἐννοῶ τὰ τέσσερα αὐτὰ βιβλία.

104 Βλ. Inst. V.1. Βλ. ἀκόμη Hamann, “John Cassian”, σ. 514. [...]

105 Βλ. Vogüé, Les Règles Monastiques..., σ. 11.

106 Βλ. ὅ.π., σ. 54–5.

107 Πρὸς Κάστορα τὸν μακαριώτατον περὶ τῶν κανονικῶν τῶν κοινοβίων διατυπώσεων, εἰς PG 28, 849–905, καὶ cod. Vindobon. graec theol. 121. Βλ. ἐπίσης Hamann, “John Cassian”, σ. 514–5.

108 Ὁ ὅρος collatio προέρχεται ἀπὸ τὴν μετοχὴ (conlatus) τοῦ conferre: συν–φέρω, συμβάλλομαι, συνάγω, συνάπτω, συμβάλλω, συγκρίνω. Στὸ ἔργο του Περὶ τῆς ἐνσαρκώσεως τοῦ Κυρίου κατὰ τοῦ Νεστορίου ὁ Κασσιανὸς χρησιμοποιεῖ τὸν ὅρο αὐτὸ ἀποδίδοντας τὸ ἑλληνικὸ ‘Σύμβολον’. Γιὰ νὰ διατηρηθεῖ ἡ σύνδεση ποὺ ἴσως καὶ συνειδητὰ ἐπιχειρεῖ ὁ Κασσιανὸς μεταξὺ Συμβόλου τῆς Πίστεως καὶ συνομιλιῶν μὲ τοὺς Γέροντες, οἱ Collationes θὰ μποροῦσαν νὰ ἀποδοθοῦν ὡς Συμβολές. Αὐτὴ εἶναι μιὰ ἀπόδοση ποὺ εὐνοοῦσα ἀρχικά, ὅμως ὁ ὅρος δὲν λειτουργεῖ στὰ ἑλληνικὰ γιὰ νὰ δηλώσει τὴν συζήτηση, καὶ δὲν ἔχει κἂν ἀπόλυτη ἀντιστοιχία μὲ τὸν πρωτότυπο. Ἀπόλυτη ἀντιστοιχία θὰ ὑπῆρχε ἂν οἱ Collationes ἀποδίδονταν ὡς Σύμβολα, κάτι ποὺ λειτουργεῖ ἀκόμα λιγότερο στὰ ἑλληνικά. Πάντως χρησιμοποιῶντας τὸν ὅρο τῆς συζήτησης ἢ ὅμοιους εἶναι σωστὸ νὰ μὴν λησμονοῦμε ἐπίσης τὶς ἀποχρώσεις ποὺ περιέχει τὸ σύμβολο, ἰδίως ἐφόσον ὁ Κασσιανὸς θεωρεῖ ὑποδειγματικὸ τὸν τρόπο τῆς ἄσκησης ποὺ καταγράφουν τὰ συγκεκριμένα κείμενα. Βλ. Inst. praef. 2, ὅπου οἱ disciplinae καὶ τὰ instituta “τῶν Ἀνατολικῶν καὶ τῶν Αἰγυπτιωτῶν” παρουσιάζονται ὡς ὕψιστη ἀνθρώπινη γνώση, ἀνώτερη τῆς ὁποίας εἶναι μόνο ἡ θεία σοφία.

109 Περὶ τῶν ὀκτὼ τῆς κακίας λογισμῶν, εἰς PG 79, 1435–1463. Βλ. ἐπίσης Dekkers, “Les traductions grecques..., σ. 213–4.

110 Πρβλ. Dekkers, ὅ.π., σ. 214.

111 Βλ. π.χ. τὸ Inst. II.1, ὅπου δηλώνει πὼς θὰ ἀσχοληθεῖ μὲ τὰ ζητήματα τῆς σημασίας τῆς προσευχῆς καὶ τῆς ἀδιάλειπτης προσευχῆς στὶς Συζητήσεις. [...]

112 Βλ. Χρήστου, “Ἰωάννης ὁ Κασσιανός”, στ. 1195. Μὲ terminum ante quem γιὰ τὴ συγγραφὴ τοῦ Περὶ ἐνσαρκώσεως τὸ 431 (βλ. Chadwick, John Cassian, σ. 39) ἡ συγγραφὴ ὅλων τῶν ἔργων τοῦ Κασσιανοῦ τοποθετεῖται στὴν δεκαετία 420–430. [...]

113 Βλ. Inst. praef. 3: Orientalium maximeque Aegyptiorum.

 

ΑΣΚΗΤΙΚΗ: Πίνακας Περιεχομένων