image with the sign of Myriobiblos





Κεντρική Σελίδα | Βιβλιοθήκη | Αφιερώματα | Σεμινάρια | Παρουσιάσεις Βιβλίων

ΕΛΛΗΝΙΚΑ | ENGLISH | FRANÇAIS | ESPAÑOL | ITALIANO | DEUTSCH

русский | ROMÂNESC | БЪЛГАРСКИ


ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
 


ΕΠΙΚΟΙΝΩΝIA

Κλάδος Διαδικτύου

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ





ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ


Περιεχόμενα | Προηγούμενη Σελίδα
Μαρία Σωτηροπούλου
Δρ. θεολογίας

Οι προ των εορτών νηστείες της Ορθοδόξου Χριστιανικής Εκκλησίας

Από ΘΕΟΛΟΓΙΑ, τόμος 76, τεύχος 1, Αθήναι 2005.


12. Οἱ τέσσερεις νηστεῖες

Ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία ἔχει μέσα στὴν διδασκαλία της διάφορες νηστεῖες, οἱ ὁποῖες βοηθοῦν ἀκριβῶς τὸν Χριστιανὸ νὰ ζῆ διάφορες ἱστορικὲς στιγμὲς τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ ἄλλων ἁγίων Προσώπων, ἀλλὰ καὶ παροτρύνουν αὐτὸν στὸν ξεχωριστὸ τρόπο αὐτῶν τῶν συγκεκριμένων ἐνθυμήσεων. «Αἱ νηστεῖαι, τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, τῶν Χριστουγέννων καὶ τῆς Θεοτόκου εἰς τοιαύτην ἔκτασιν καὶ ἔντασιν (=δηλαδὴ αὐστηρὰν νηστείαν) ἐπεβλήθησαν ὡς ὑποχρεωτικαὶ κατ' ἀρχὰς μόνον εἰς τοὺς μοναχούς, ἀλλὰ βαθμηδὸν ἐπεβλήθησαν ὡς τοιαῦται καὶ εἰς τοὺς μὴ μοναχούς, κληρικοὺς καὶ λαϊκούς, ἀλλὰ τοῦτο ἔγινε μετὰ τὸ τέλος τῆς ιβ' ἑκατονταετηρίδος»(105).

Ὁ Βαλσαμὼν λέγει: «Ὅτι μετὰ νηστειῶν ἑορτάζειν ὀφείλομεν οὐ μόνον τὴν κοσμοσωτήριον τοῦ Κυρίου Ἀνάστασιν, ἀλλὰ καὶ τὰς ρηθείσας τέσσαρας ἑορτάς, τῶν ἁγίων Ἀποστόλων, φημί, τῆς Μεταμορφώσεως, τῆς Κοιμήσεως τῆς ἁγίας Θεοτόκου, καὶ τῶν Γενεθλίων τοῦ Χριστοῦ καὶ Θεοῦ ἡμῶν, καθὼς κατωτέρω ρηθήσεται»(106).

Ἡ πίστη λοιπὸν τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν δὲν ἀφήνει περιθώρια ἀρνήσεως ἢ ἐπιφυλάξεως ἢ ἀδιαφορίας γιὰ τὸν ἑορτασμὸ τῶν ἀνωτέρω τεσσάρων ἑορτῶν μὲ προηγούμενη τούτων νηστεία καὶ προσευχή.

Ἡ νηστεία τῶν Χριστουγέννων, τῶν ἁγίων Ἀποστόλων, τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου καὶ τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος.

Ἐρώτηση ἐτέθη ἀπὸ τὸν Πατριάρχη Ἀλεξανδρείας κ. Μᾶρκο στὸν Θεόδωρο Βαλσαμῶνα ἂν οἱ νηστεῖες, ποὺ προηγοῦνται τῶν τεσσάρων ἑορτῶν: α) Τῶν ἁγίων Ἀποστόλων β) τῆς Χριστοῦ γεννήσεως γ) τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου καὶ δ) τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος, εἶναι ἀπαραίτητες ἢ συγχωρητέες καὶ ἀδιάφορες• ἀποφαίνεται λοιπὸν ὅτι «ἐξ ἀνάγκης προηγοῦνται νηστεῖαι πρὸ τῶν τεσσάρων τούτων ἑορτῶν, ἤγουν πρὸ τῆς ἑορτῆς τῶν ἁγίων Ἀποστόλων, τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ, τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Χριστοῦ καὶ Θεοῦ ἡμῶν, καὶ τῆς Κοιμήσεως τῆς ἁγίας Θεοτόκου, πλὴν ἑπταήμεροι»(107).

Γνώμη δηλαδὴ τοῦ Βαλσαμῶνος εἶναι ὅτι οἱ νηστεῖες αὐτὲς εἶναι ἀπαραίτητες, πλὴν ὅμως ἡ διάρκεια τῆς νηστείας αὐτῶν τῶν ἑορτῶν εἶναι ἑπταήμερος. Τοῦτο ἔχει ἄμεση ἀναφορὰ α) στὴν Τεσσαρακονθήμερη νηστεία τῶν Χριστουγέννων καὶ β) στὴν ἑορτὴ τῶν ἁγίων Ἀποστόλων, ὅταν ἡ πρὸ αὐτῆς τῆς ἑορτῆς νηστεία ξεπερνᾶ τὶς ἑπτὰ ἡμέρες. Βεβαίως, ὁ Βαλσαμὼν σημειώνει καὶ γιὰ τὶς δύο ἄλλες ἑορτές, τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος καὶ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, ἑπταήμερη νηστεία: «Τὰς δὲ λοιπὰς δύο ἑορτάς, τὴν Μεταμόρφωσιν δηλαδή, καὶ τὴν Κοίμησιν τῆς ἁγίας Θεοτόκου, μετὰ ἑπταημέρου νηστείας ἑκόντες καὶ ἄκοντες ἑορτάζετε»(108).

Ὁ Βαλσαμών λέγει, βεβαίως, ὅτι αὐτὲς οἱ νηστεῖες εἶναι μὲν ἑπταήμερες, σαρανταήμερη δὲ εἶναι μόνον ἡ τοῦ ἁγίου Πάσχα, ὅμως σημειώνει τὸ ἐλεύθερο τοῦ Χριστιανοῦ νὰ παρατείνη αὐτές: «Εἰ δὲ τις καὶ πλέον τῶν ἑπτὰ ἡμερῶν κατὰ τὴν ἑορτὴν τῶν ἁγίων Ἀποστόλων ἢ ἑκοντί, ἢ ἀπὸ κτητορικοῦ τυπικοῦ συνωθούμενος, οὐ καταισχυνθήσεται»(109). Ἀναφερόμενος δὲ στὸ «ἑπταήμερον» τῶν ἀνωτέρω νηστειῶν, λέγει: «Ὅπως δὲ καὶ διατὶ πρὸ ἐκάστης τούτων τῶν τεσσάρων ἑορτῶν ἑπταήμερον νηστείαν ἐξ ἀνάγκης νηστεύειν ὀφείλομεν, ἐδηλώθη ἐν τῷ γεγονότι παρ' ἡμῶν χάριν τούτου συνοδικῷ τόμῳ»(110). Αὐτὲς οἱ νηστεῖες δὲν εἶναι ἀμελητέες καὶ πρέπει νὰ τηροῦνται• σὲ ἀντίθετη περίπτωση ἢ «διόρθωση» τῶν μὴ τηρούντων αὐτὲς τὶς νηστεῖες γίνεται μὲ ἐπιτίμια(111).

Γι' αὐτὲς τὶς νηστεῖες ἀποφαίνεται ὁ ἅγιος Νικόδημος μὲ θετικὸ τρόπο, λέγων ὅτι οἱ νηστεῖες αὐτὲς δὲν ὁρίζονται ἀπὸ τοὺς ἁγίους Ἀποστόλους• παρ' ὅλα ταῦτα ὅμως «χρέος ἔχομεν νὰ φυλάττωμεν καὶ τὰς τῶν Πατέρων παραδόσεις διὰ τὴν μακρὰν συνήθειαν, τὴν ἀντὶ νόμου κρατοῦσαν, κατὰ τοὺς ἱεροὺς καὶ πολιτικοὺς νόμους»(112)• δὲν συμφωνεῖ ὅμως μὲ τὸ «ἑπταήμερον», γι' αὐτὸ μὲ αὐστηρὸ ὕφος λέγει: «Ὅθεν οἱ ἐν ταῖς τρισὶ νηστείαις ταύταις ἑπτὰ μόνον ἡμέρας νηστεύοντες, ὡς παραβάται τῆς ἀρχαίας θεσμοθεσίας τῆς Ἐκκλησίας καταδικάζονται»(113).

Αὐτὲς οἱ νηστεῖες ἔτυχαν μεταγενέστερης ἀναγνωρίσεως καὶ ἐπικυρώσεως:

Ι) Ὁ Συμεὼν Θεσσαλονίκης γράφει: «Καὶ ἡ μὲν τοῦ Τεσσαρακονθημέρου τυποῖ τὴν τοῦ Μωυσέως νηστείαν, ὃς τεσσαράκοντα ἡμέρας καὶ νύκτας νηστεύσας, ἐν πλαξὶ λιθίναις διὰ γραμμάτων λόγους τοῦ Θεοῦ ἐδέξατο• ἡμεῖς δὲ νηστεύοντες τεσσαράκοντα, τὸν ζῶντα Λόγον ἐκ τῆς Παρθένου οὐ γεγραμμένον ἐν λίθοις, ἀλλὰ σεσαρκωμένον τεχθέντα καὶ βλέπομεν καὶ λαμβάνομεν καὶ κοινωνοῦμεν αὐτοῦ τῆς θειοτέρας σαρκός»(114). Ἡ νηστεία τῶν Χριστουγέννων «καθιερώθηκε πιθανότατα στὰ μοναστήρια τῆς Συρίας καὶ τῆς Παλαιστίνης κατὰ τὸν ΣΤ' αἰῶνα»(115), καλεῖται δὲ καὶ νηστεία τοῦ ἁγίου Φιλίππου, ἐπειδὴ ἀκριβῶς ἀρχίζει ἀπὸ τῆς ἑπομένης ἡμέρας τῆς ἑορτῆς τοῦ ἁγίου Φιλίππου(116). Κατ' αὐτὴν τὴν νηστεία δὲν τρώγεται λάδι καὶ ψάρι τὴν Δευτέρα, Τετάρτη καὶ τὴν Παρασκευή(117).

II) «Ἡ νηστεία δὲ γε τῶν ἀποστόλων διὰ τὴν τούτων τιμήν. Καὶ δικαίως• ὅτι πλείστων ἀγαθῶν δι' αὐτῶν ἠξιώμεθα• καὶ ὅτι νηστείας οὗτοι καὶ ὑπακοῆς ἄχρι θανάτου καὶ ἐγκρατείας ἐργάται ὤφθησαν ἡμῖν καὶ διδάσκαλοι. Kαὶ Λατῖνοι τοῦτο καὶ ἄκοντες μαρτυροῦσι, διὰ νηστείας ἐν ταῖς μνήμαις αὐτῶν τιμῶντες αὐτούς»(118).

Ἡ νηστεία τῶν ἁγίων Ἀποστόλων κάνει τὴν ἐμφάνισή της τὸν ΣΤ' αἰῶνα(119) καί, ὅπως ὅλες οἱ νηστεῖες, ἔτσι καὶ αὐτὴ ἡ νηστεία ἔχει ἕνα συγκεκριμένο λόγο, γιὰ τὸν ὁποῖο ἐθεσπίσθη: Γιὰ τοὺς ἀνθρώπους ἐκείνους, στοὺς ὁποίους ἀνατέθη ἀπὸ τὸν Χριστὸ τὸ μεγάλο ἔργο διαδόσεως τῆς διδασκαλίας Του, τὸ ὁποῖον καὶ ἐπραγμάτωσαν μὲ κόπους, θλίψεις καὶ μαρτύριον, ἀλλ' ἐπιπροσθέτως μὲ τὴν ἐφαρμογὴ τοῦ τριπτύχου τῶν ἀρετῶν: Νηστεία, ἐγκράτεια, ὑπακοή(120). Ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, βεβαίως, δὲν τονίζει τόσον τὴν τιμὴν στὸ πρόσωπον τῶν Ἀποστόλων, ὅσον τὴν νηστείαν, τὴν ὁποία ἔκαναν, προτοῦ εἰσέλθουν στὸ ἀποστολικό τους κήρυγμα(121).

Πρὶν ἀρχίσουν, συνεπῶς, τὸ ἔργον τῆς κηρύξεως τοῦ Εὐαγγελίου οἱ Ἀπόστολοι, μετὰ τὴν Πεντηκοστήν, ἐνήστευσαν. Ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς γράφει στὶς Πράξεις: «Λειτουργούντων δὲ αὐτῶν τῷ Κυρίῳ καὶ νηστευόντων εἶπε τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον ἀφορίσατε δή μοι τὸν Βαρνάβαν καὶ τον Σαῦλον εἰς τὸ ἔργον ὅ προσκέκλημαι αὐτούς. Τότε νηστεύσαντες καὶ προσευξάμενοι καὶ ἐπιθέντες αὐτοῖς τὰς χεῖρας ἀπέλυσαν» (Πράξ. 13, 2-3). Καὶ ὁ Μ. Ἀθανάσιος λέγει: «Τῇ ἑβδομάδι μετὰ τὴν ἁγίαν Πεντηκοστὴν ὁ λαὸς νηστεύσας ἐξῆλθε περὶ τὸ κοιμητήριον εὔξασθαι»(122).

Εἶναι, συνεπῶς, βέβαιον, ὅτι ἡ ἀναφορὰ τῆς νηστείας τῶν ἁγίων Ἀποστόλων γίνεται μὲ παράλληλη ἀναφορὰ στὴν ἑβδομάδα τῆς Πεντηκοστῆς, ἡ ὁποία δὲν νηστεύεται γιὰ νὰ φανῆ ὅτι, μετὰ τὴν εὐφροσύνη ποὺ ἔζησαν οἱ ἄνθρωποι κατὰ τὴν ἐπιδημία τοῦ ἁγίου Πνεύματος, ἤρχιζε καὶ πάλιν ἡ νηστήσιμος περίοδος, ὅπως τὴν ἔζησαν καὶ οἱ Ἀπόστολοι. Καὶ στὶς Ἀποστολικὲς Διαταγὲς παρατηρεῖται σαφῶς αὐτὴ ἡ νηστεία: «Μετὰ οὖν τὸ ἑορτάσαι ὑμᾶς τὴν Πεντηκοστήν, ἑορτάσατε μίαν ἑβδομάδα καὶ μετ' ἐκείνην νηστεύσατε μίαν• δίκαιον γὰρ καὶ εὐφρανθῆναι ἐπὶ τῇ ἐκ Θεοῦ δωρεᾷ καὶ νηστεῦσαι μετὰ τὴν ἄνεσιν»(123). Ἐπιπροσθέτως, αὐτὴ ἡ νηστεία, μαζὶ μὲ τὴν νηστεία τοῦ σαρανταημέρου τῶν Χριστουγέννων, ἀναφέρεται καὶ εἰς τὸν ΙΘ' κανόνα τοῦ ἁγίου Νικηφόρου τοῦ Ὅμολογητοῦ(124). Συνεπῶς, καὶ κατ' αὐτὴν τὴν νηστεία
ἡ Τετάρτη καὶ Παρασκευὴ δὲν ἐπιτρέπουν λάδι καὶ ψάρι(125). Ἐὰν δὲ ἡ κυριώνυμος ἡμέρα εἶναι Τετάρτη ἢ Παρασκευή, γίνεται κατάλυση ἰχθύος καὶ ἐλαίου(126).

Σημειωτέον, ὅπως μᾶς πληροφορεῖ ὁ Ἀναστάσιος Ἀντιοχείας, ὅτι ἡ λεγομένη νηστεία τῶν ἁγίων Ἀποστόλων ἐνηστεύετο μέχρι τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου. Ἔξεκόπη ὅμως «δι' οἰκονομίαν» ἀπὸ τοὺς ἁγίους Πατέρες γιὰ δύο λόγους: Πρῶτον, διότι «περιέπιπτε» σὲ ἐθνικὲς νηστεῖες Ἀρμενίων, Ἰακωβιτῶν κ.λπ. καὶ δεύτερον, «διὰ τὴν ὀλιγωρίαν καὶ τὸ ἀπρόθυμον τῶν ἀνθρώπων». Ἀποτέλεσμα ἦταν νὰ ὁρισθῆ νηστεία ἀπὸ τῆς Δευτέρας τῶν ἁγίων Πάντων μέχρι τῆς ἑορτῆς τῶν ἁγίων Ἀποστόλων• νὰ διακοπῆ, καὶ νὰ γίνη πάλιν νηστεία «ἀπ' ἀρχῆς Αὐγούστου..., ἄχρι τῆς κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου»(127).

III) «Ἡ δέ γε τοῦ Αὐγούστου νηστεία εἰς τιμὴν ὑπάρχει τῆς τοῦ Θεοῦ Λόγου Μητρός, ἥτις προγνοῦσα τὴν μετάστασιν ἑαυτῆς, καὶ πάντοτε μὲν ἦν ἀγωνιζομένη ὑπὲρ ἡμῶν νηστεύουσα, μὴ χρείαν ἔχουσα νηστείας ἡ καθαρὰ καὶ πανάμωμος... Διὸ καὶ ἡμεῖς τότε νηστεύειν καὶ ἀνυμνεῖν αὐτὴν ὀφείλομεν, τόν τε βίον αὐτῆς ἐκμιμούμενοι καὶ εἰς τὰς ὑπὲρ ἡμῶν διεγείροντες ἱκεσίας»(128).

Βεβαίως, οἱ ἑορτὲς τοῦ Δεκαπενταύγουστου εἶναι δύο: Ἡ Μεταμόρφωση τοῦ Σωτῆρος καὶ ἡ Κοίμηση τῆς Θεοτόκου, ὁπότε φαίνεται ὅτι εἶναι δύο ξεχωριστὲς νηστεῖες. Ὁ Βαλσαμών, ἀναφερόμενος γενικῶς σ' αὐτὲς τὶς τέσσερεις νηστεῖες (ἀπ' ὅπου συνάγεται καὶ ἡ νηστεία τῆς ἑορτῆς τῆς Μεταμορφώσεως), γράφει: «... λέγω τὴν μὲν νηστείαν τῶν τοιούτων τεσσάρων ἑορτῶν ἀπαραίτητον εἶναι, τὴν δὲ ποσότητα τῶν ἡμερῶν ταύτης μὴ εἶναι εἰς πάντας ἰσάριθμον• ὅπερ εἰς τὴν μεγάλην ἐστὶ Τεσσαρακοστήν• ἀλλὰ πρὸ μὲν ἑπτὰ ἡμερῶν ἑκάστης τῶν τοιούτων ἑορτῶν πάντες οἱ πιστοί, λαϊκοὶ δηλονότι καὶ μοναχοί, ἀναγκάζονται νηστεύειν κατὰ τὸ ἀπαραίτητον, καὶ οἱ μὴ οὕτω ποιοῦντες ἐκ τῆς κοινωνίας τῶν ὀρθοδόξων Χριστιανῶν ἀλλοτριωθήσονται»(129).

Βεβαίως, κατὰ τὴν περίοδο τοῦ δεκαπενταύγουστου ἑορτάζεται καὶ ἡ Μεταμόρφωση τοῦ Σωτῆρος, καὶ θεωρεῖται, καὶ αὐτὴ ἡ ἑορτή, πρόξενος τῆς σχετικῆς νηστείας. ὁ Συμεὼν Θεσσαλονίκης τονίζει τοῦτο ἰδιαιτέρως, γι' αὐτὸ καὶ ἀναφερόμενος πρῶτον στὴν ἑορτὴ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, λέγει: «Διὸ καὶ ἡμεῖς τότε νηστεύειν καὶ ἀνυμνεῖν αὐτὴν ὀφείλομεν, τόν τε βίον αὐτῆς ἐκμιμούμενοι, καὶ εἰς τὰς ὑπὲρ ἡμῶν διεγείροντες ἱκεσίας»• καταγράφων ὅμως καὶ τὴν γνώμην ὡρισμένων ὅτι ἡ νηστεία αὐτὴ πραγματοποιεῖται «διὰ τὸ δύο εἶναι ἑορτάς..., τῆς τε Μεταμορφώσεως καὶ Κοιμήσεως», προτείνει νὰ γίνεται μνεία καὶ τῶν δύο ἑορτῶν μὲ ξεχωριστὸ γιὰ τὴν καθεμία λόγον, ὅπως ἄλλωστε εἶναι παραδεδομένο(130): «Ἐγὼ δὲ ἀναγκαῖον νομίζω καὶ τῶν δύο μὲν μεμνῆσθαι ἑορτῶν, τῆς μὲν φωτισμοῦ παραιτίας, τῆς δὲ ὡς ἱλασμοῦ καὶ μεσιτείας ὑπὲρ ἡμῶν». Τονίζων λοιπὸν συγχρόνως τὸ κεντρικὸν ἔργον τῆς Θεοτόκου στὴν ἀποδοχὴ τῶν ἱκεσιῶν τῶν ἀνθρώπων καὶ τὴν μεσιτείαν τῆς πρὸς τὸν Θεόν, πρὸς τὸν Ὁποῖον ἀνάγονται τὰ πάντα καὶ ὁ Ὁποῖος εἰσακούει τὶς μεσιτεῖες τῆς Θεοτόκου, λέγει: «Ὅμως χρεὼν τὴν Παναγίαν ἐν πάσαις ἐπικαλεῖσθαι Παρθένον τὴν Θεοτόκον, ἵνα δι' αὐτῆς ἵλεως ἡμῖν εἴη ὁ ἐξ αὐτῆς, καὶ τῆς θείας αὐτοῦ δι' αὐτῆς λαμπρότητος ἐπιτύχωμεν. Τούτου οὖν χάριν αἱ νηστεῖαι• καὶ ἀναγκαῖαι παντὶ πιστῷ• καὶ οὐ μόνον ἐν τούτῳ τῷ καιρῷ, ἀλλὰ καὶ πάντοτε καὶ διηνεκῶς ὅτι νηστεία ἔργον Θεοῦ»(131).

Περὶ αὐτῆς τῆς νηστείας τοῦ Αὐγούστου γίνεται λόγος στὴν Τρίτη (γ) ἐρώτηση τῶν Κανόνων τοῦ Νικολάου Κωνσταντινουπόλεως(132), ἀλλὰ καὶ στὴν σημείωση ἕνα (α) τῆς ἑρμηνείας τοῦ Γ' κανόνος τῆς ἐν Νεοκαισαρείᾳ τοπικῆς Συνόδου, ὅπου σημειώνεται ὅτι αὐτὴ ἡ νηστεία ἀναφέρεται στὸν τόμο Ἑνώσεως τοῦ 922, πρᾶγμα ποὺ σημαίνει ὅτι ἦτο πιὸ παληὰ ἀπ' αὐτὴν τὴν ἡμερομηνία. Γράφει συγκεκριμένα ὁ ἅγιος Νικόδημος: «Ὅθεν φέρωντες (sic) εἰς τοῦτο καὶ ἄλλας ἀποδείξεις, στοχαστικώτατα ἔφερε καὶ τὸν τόμον τῆς Ἑνώσεως, ὅπου ἔγινεν, ὡς εἴπομεν, εἰς τοὺς 922, εἰς τὸν ὁποῖον βλέπομεν, πῶς οἱ Πατέρες ἐκείνης τῆς Συνόδου ἀναφέρουν κοντὰ εἰς τὴν ἁγίαν Τεσσαρακοστὴν καὶ τὰς ἄλλας δύω (sic), ὅθεν συμπεραίνεται καὶ ἐκεῖθεν ἡ αὐτῶν ἀρχαιότης. Καὶ ἀληθινά, διὰ νὰ εἰποῦμεν καὶ ἡμεῖς ὡς ἐν παρόδῳ πρέπει νὰ ἔχουν καὶ αὐταῖς τὸ αἰδέσιμον, διὰ τί, ὅταν εἰς τὰ 922 ἔτη σημειώνονται (sic), καὶ ἡμεῖς τώρα εὑρισκόμεθα εἰς τοὺς 1790 καὶ ἐπέκεινα, πῶς ἠμποροῦμεν νὰ τὰς λέγωμεν νεωτερίσματα; ἔπειτα τότε σημειώνωνται, μὰ ἀπὸ τότε δὲν ἄρχισαν, ἀλλὰ καὶ προτήτερα ἦσαν, ἤγουν ἐξ ἀρχαίων χρόνων ἐσυνειθίζοντο εἰς τὴν Ἐκκλησίαν...» Πράγματι, ἡ νηστεία πρὸς τιμὴν τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου «εἶχε διαμορφωθῆ ἤδη κατὰ τὸν Η' αἰῶνα»(134).

Ὡσαύτως, καὶ κατ' αὐτὴν τὴν ἑορτὴ γίνεται κατάλυση μόνον ἰχθύος καὶ ἐλαίου, ἐὰν τύχη τὴν Τετάρτη ἢ τὴν Παρασκευή(135).

Ὑπενθυμίζεται λοιπὸν ὅτι ὡς πρὸς τὸ εἶδος τῶν τροφῶν ποὺ ἐπιτρέπονται κατ' αὐτὲς τὶς νηστεῖες, σημειώνεται ὅτι α) στὶς νηστεῖες τῶν Χριστουγέννων καὶ τῶν ἁγίων Ἀποστόλων τρώγεται λάδι, ψάρι καὶ πίνεται κρασί, ἐκτὸς Τετάρτης καὶ Παρασκευῆς ποὺ τυχαίνουν ἀνάμεσα σ' αὐτὲς τὶς νηστεῖες, καὶ β) στὴν νηστεία τοῦ δεκαπενταύγουστου τρώγεται λάδι, πίνεται κρασί, ψάρι δὲ καταλύεται μόνον στὴν ἑορτὴ τῆς Μεταμορφώσεως• ὑπάρχει, ἰδιαιτερότης στοὺς εὐρισκομένους στὸ Μοναστήρι(136).

Τέλος, ὑπάρχουν, ἐκτὸς τῆς Παραμονῆς τῶν Θεοφανείων περὶ τῆς ὁποίας ἤδη ἔγινε λόγος, δύο ἡμερήσιες τιμητικὲς νηστεῖες, τὶς ὁποῖες εὐλαβεῖται καὶ τηρεῖ ὁ Ὀρθόδοξος Χριστιανικὸς λαός: α) Ἡ Ὕψωση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ (14 Σεπτεμβρίου), κατὰ τὴν ὁποία τηρεῖται αὐστηρὴ νηστεία, ἐκτὸς ἂν τύχη ἡ ἑορτὴ αὐτὴ Σάββατο ἢ Κυριακή, ὁπότε γίνεται κατάλυση οἴνου καὶ ἐλαίου(137). Ὁ Θεόδωρος Στουδίτης γνωρίζει τόσον τὴν νηστείαν τῆς Παραμονῆς τῶν Θεοφανείων, ὅσον καὶ τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ: κατ' αὐτόν, οἱ μοναχοὶ νηστεύουν 14 ἢ 12 ἢ 4 ἡμέρες, «ὁ δὲ σύμπας λαὸς τοῦ Χριστοῦ, ἁγνοὶ πάντες διατηρῶσιν αὐτὴν τὴν ἡμέραν τῆς ὑψώσεως, ἤτοι τὴν ιδ' τοῦ Σεπτεμβρίου μηνός»(138). β) Ἡ ἑορτὴ τῆς ἀποτομῆς τῆς τιμίας κεφαλῆς Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου (29 Αὐγούστου), ἡ ὁποία ἀπαντᾶ τὸν ε' αἰώνα(139)• κατ' αὐτὴν τὴν ἑορτὴ τηρεῖται αὐστηρὴ νηστεία, γίνεται δὲ κατάλυση οἴνου καὶ ἐλαίου μόνον ὅταν ἡ ἑορτὴ τύχη Σάββατο ἢ Κυριακή(140)• ὅταν δὲ συμβῆ ἡ ἑορτὴ τὴν Τετάρτη ἢ τὴν Παρασκευή, δὲν λύεται ἡ νηστεία, «διότι καὶ αὐτὴ φόνον ἀνόσιον καὶ θάνατον» ἐπέφερε(141).

Ἡ νηστεία λοιπὸν εἶναι μία σίγουρη ὁδὸς ποὺ εὐεργετεῖ τὸν ἴδιο τὸν ἄνθρωπο μὲ τὸ προνόμιο τῆς ψυχοσωματικῆς καθαρότητος καὶ τοῦ δίδει τὸ ἐχέγγυο εἰλικρινοῦς καὶ βεβαίας προσεγγίσεως τοῦ θείου. Ἡ ἀληθινὴ νηστεία κανένα δὲν ἀπεγοήτευσε.





Σημειώσεις

105. Ἄρχιμ. Βασιλείου Στεφανίδου, Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία, Ἀθῆναι 1959, σελ. 322.

106. Θ. Βαλσαμῶνος, Ἐπιστολὴ περὶ νηστειῶν: Γ. Ράλλη-Μ. Ποτλῆ, Σύνταγμα, IV, σελ. 567.

107. Θ. Βαλσαμῶνος, Ἐρωτήσεις Κανονικαί, ἀπόκρισις ΝΕ': Γ. Ράλλη-Μ. Ποτλῆ, Σύνταγμα, IV, σελ. 488.

108. Θ. Βαλσαμῶνος, Ἐπιστολὴ περὶ νηστειῶν: Γ. Ράλλη-Μ. Ποτλῆ, Σύνταγμα, IV, σελ. 577.

109. Θ. Βαλσαμῶνος, Ἐρωτήσεις Κανονικαί, ἀπόκρισις ΝΕ': Γ. Ράλλη-Μ. Ποτλῆ, Σύνταγμα, IV, σελ. 488.

110. Θ. Βαλσαμῶνος, Ἐρωτήσεις Κανονικαί, ἀπόκρισις ΝΕ': Γ. Ράλλη-Μ. Ποτλῆ, Σύνταγμα, IV, σέλ. 488. Ὁ ἴδιος συγγραφεὺς στὴν Ἐπιστολὴ του περὶ νηστειῶν σημειώνει: « Ὅτι δὲ εἰς τὴν τῶν πόλεων βασιλεύουσαν, οἱ μονάζοντες, καὶ οἱ πλείους τῶν κατοίκων αὐτῆς, μετὰ τὴν ἑορτὴν τῶν Ἁγίων Πάντων, συναπτὴν νηστείαν πρεσβεύουσι μέχρι τῆς ἑορτῆς τῶν ἁγίων πανευφήμων Ἀποστόλων, κἄν οὐκ ἔστιν ἀεὶ τεσσαρακονθήμερος, διὰ τῆς ἡλιακῆς παραδυναστευομένη περιφορᾶς, καὶ πὴ μὲν εὐρυνομένη, πὴ δὲ στενοχωρουμένη, ἀλλὰ καὶ πρὸ τῶν Γενεθλίων τοῦ Χριστοῦ καὶ Θεοῦ, τεσσαρακονθήμερον νηστείαν νηστεύουσι, τοῖς διαληφθεῖσιν ἑπόμενοι Τυπικοῖς, προκόπτουσι δὲ καὶ τὰ τῶν ἁγίων Ἐκκλησιῶν τῇ χάριτι τοῦ Θεοῦ πρὸς ἁγιωτέραν κατάστασιν, ὀφείλετε καὶ ὑμεῖς οὕτω νηστεύειν» (Ἒνθ' ἀν., σελ. 577).

111. «Οἱ γοῦν μὴ νηστεύοντες πρὸ ἑκάστης τούτων τῶν τεσσάρων ἑορτῶν κατὰ τὸ πάντη ἀπαραίτητον, δι' ἐπιτιμίων μεγάλων διορθωθήσονται» (Αὐτόθι).

112. Πηδάλιον, σελ. 94, σήμ. 2.

113. Πηδάλιον, σελ. 94.

114. Συμεὼν Θεσσαλονίκης, Ἀπόκρισις ΝΔ' PG 155, 900D. «Ἀλλα καὶ πρὸ τῶν Γενεθλίων τοῦ Χριστοῦ τοὺ Θεοῦ, τεσσαρακονθήμερον νηστείαν νηστεύουσι, τοῖς διαληφθεῖσιν ἑπόμενοι Τυπικοῖς» (Θ. Βαλσαμῶνος, ἐπιστολὴ περὶ νηστειῶν: Γ. Ράλλη-Μ. Ποτλῆ, Σύνταγμα, IV, σελ. 577).

115. Βλασίου Φειδᾶ, Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία, τόμ. Ἀ', Ἀθῆναι 1992, σελ. 953.

116. Βλ. ἁγίου Νικηφόρου Ὅμολογητοῦ, Κανὼν ΙΘ': Πηδάλιον, σελ. 728 καὶ σημ. 5. Ἐπίσης, Βλασίου Φειδᾶ, Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία, τόμ. Α', Ἀθῆναι 1992, σελ. 953. Ὁ Ἀναστάσιος Σιναΐτης, Πατριάρχης Ἀντιοχείας, διηγεῖται, στὴν Περὶ τῶν ἁγίων τριῶν τεσσαρακοστῶν πραγματεία του, περὶ τῆς νηστείας τῶν Χριστουγέννων κάτι ποὺ θὰ ἐδικαιολογοῦσε τὴν ὀνομασία αὐτῆς καὶ ὡς νηστείας τοῦ ἁγίου Φιλίππου, ὄχι ἐπειδὴ ἀρχίζει ἀπὸ τῆς ἑπομένης ἡμέρας τῆς μνήμης αὐτοῦ τοῦ Ἀποστόλου (14 Νοεμβρίου), ἀλλὰ γιὰ κάτι πιὸ σπουδαῖο καὶ οὐσιαστικό. Διηγεῖται λοιπὸν ὅτι, ὅταν ὁ ἀπ. Φίλιππος, μαζὶ μὲ τὸν Βαρθολομαῖο καὶ τὴν ἀδελφή τοῦ τελευταίου Μαριάμνη, ἐδίδασκε στὴν Ἱεράπολη τῆς Ἀσίας, ὑπέστη βασανιστήρια ὁ ἴδιος καὶ ὁ Βαρθολομαῖος καὶ ἡ Μαριάμνη τὴν ὁποία ἐφυλάκισαν. Ὅταν μία ἡμέρα ἐπῆγε στὴν Ἱεράπολη ὁ ἅγιος Ἰωάννης, ὁ Φίλιππος τοῦ ἐζήτησε νὰ αἰτήσουν νὰ κατέλθη πῦρ ἀπὸ τὸν οὐρανὸ καὶ νὰ κατακαύση τοὺς εἰδωλολάτρες. Ὁ Ἰωάννης δὲν ἄφησε αὐτὸ νὰ γίνη. Μετὰ ὅμως ἀπὸ τρεῖς ἡμέρες ὁ Φίλιππος προσηυχήθη «καὶ ἤνοιξεν ἡ γῆ τὸ στόμα, καὶ πάντας τους εἰδωλολάτρας ζῶντας ἐς ᾃδου κατήγαγε». Μετὰ ταῦτα παρουσιάσθηκε στὸν Φίλιππο ὁ Σωτὴρ καὶ τοῦ ὑπενθύμισε ὅτι δὲν πρέπει νὰ ἀποδίδεται κακὸν ἀντὶ κακοῦ• τὸν παρετήρησε λοιπόν, ἐπειδὴ παρέβη τὴν ἐντολή του, καὶ τοῦ ἀπεκάλυψε ὅτὶ ἐκεῖ στὴν Ἱεράπολη θὰ παρέδιδε τὴν ζωή του καὶ ὅτι ἄγγελοι θὰ τὸν ὡδηγοῦσαν μέχρι τὸν Παράδεισο, ἀλλὰ θὰ ἠμποδίζετο ἀπὸ τὴν φλογίνη ρομφαία νὰ εἰσέλθη καὶ ὅτι θὰ παρέμενε ἔξω ἀπὸ τὸν Παράδεισο σαράντα ἡμέρες λυπούμενος. Τότε ὁ Φίλιππος παρήγγειλε στὸν Βαρθολομαῖο καὶ τὴν Μαριάμνη νὰ ποῦν στὸν Ἰάκωβο καὶ τοὺς ἄλλους Ἀποστόλους νὰ νηστεύσουν καὶ νὰ προσευχηθοῦν γι' αὐτὸν σαράντα ἡμέρες. Καὶ ἔτσι οἱ Ἀπόστολοι προσδιώρισαν στοὺς πιστοὺς ὅλους νηστεία καὶ προσευχὴ σαράντα ἡμερῶν. Αὐτὴ ἡ νηστεία ἐφυλάχθη ἀπὸ τοὺς ἁγίους Πατέρες καὶ τὶς ἑπτὰ Οἰκουμενικὲς Συνόδους «καὶ ἐνομοθετήθη, οὐχὶ πέντε, ἢ ὀκτώ, ἢ δέκα ἡμερῶν νηστεία, ἀλλὰ τεσσαράκοντα. Τῶν Χριστοῦ Γεννῶν δὲ λέγεται, ὅτι ἐν τῷ τέλει τῶν μ' ἡμερῶν συνέφθασε καὶ ἡ σωτήριος Γέννησις τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Ἀναστασίου Σιναΐτου, Πατριάρχου Ἀντιοχείας, Περὶ τῶν ἁγίων τριῶν τεσσαρακοστῶν: Γ. Ράλλη-Μ. Ποτλῆ, Σύνταγμα, IV, σελ. 582-583). Βεβαίως, τοῦτο ἀνήκει στὰ Ἀπόκρυφα εὐαγγέλια καί, συνεπῶς, ἡ ἀξία του εἶναι σχετικὴ (Βλ. CONSTANTINUS TISCHENDORF, Apocalypses Apocryphae (Acta Philippi), Lipsiae 1866, σελ. 141-156).

117. Βλ. Θεοδώρου Στουδίτου, Διδασκαλία..., 6, PG 99, 1696D. Ἡ νηστεία τῆς Δευτέρας τηρεῖται, κατὰ βάσιν, ἀπὸ τοὺς μοναχούς.

118. Συμεὼν Θεσσαλονίκης, Ἀπόκρισις ΝΔ', PG 155, 901Α.

119. Βλασίου Φειδᾶ, Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία, σελ. 952. Ἡ 29η Ἰουνίου εἶναι ἡ ἑορτὴ τῶν ἁγίων Ἀποστόλων Πέτρου καὶ Παύλου• δεδομένου ὅτι δὲν ἐμαρτύρησαν στὸ ἴδιο ἔτος (ὁ μὲν Πέτρος ἐμαρτύρησε κατὰ τὴν 20ην Ἰουλίου τοῦ ἔτους 64 μ.Χ., ὁ δὲ Παῦλος τὸ ἔτος 67), παραδίδεται ὅτὶ ἡ 29η εἶναι ἡμέρα τῆς μετακομιδῆς τῶν λειψάνων τῶν δύο Ἀποστόλων, ἡ ὁποία «μετά τινας δεκαετηρίδας... ἐθεωρήθη ἑορτὴ τοῦ μαρτυρίου αὐτῶν» (Ἀρχιμ. Βασιλείου Στεφανίδου, Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία, Ἀθῆναι 1959, σελ. 316).

120. Συμεὼν Θεσσαλονίκης, Ἀπόκρισις Ν', PG 155,196ABC. Ἀποστόλους, καθὼς τινὲς λέγουσιν, ὄχι διὰ τὴν τοῦ ἁγίου Πνεύματος κάθοδον, ἀλλὰ προηγουμένως.

121. «Τὴν τῶν ἁγίων Ἀποστόλων καλουμένην, γινομένην ὄχι διὰ τοὺς ἁγίους μὲν καὶ κυρίως διὰ τὴν προλαβοῦσαν ἑπταήμερον ἄνεσιν(=ἡ μὴ νηστεία τῆς ἑβδομάδος τῆς Πεντηκοστῆς)..., ἑπομένως δὲ καὶ κατὰ λόγον συμβεβηκότα, διατὶ οἱ θεῖοι Ἀπόστολοι ἐνήστευσαν καὶ οὕτως ἐπέμποντο εἰς τὸ κήρυγμα» (Πηδάλιον, σελ. 93, σημ. 2).

122. Μ. Ἀθανασίου, Ἀπολογία περὶ φυγῆς αὐτοῦ, 6, PG 25, 652.

123. Ἀποστολικαὶ Διαταγαί, V, 20, 14, SC 329, σελ. 282.

124. Μὲ ἀφορμὴ τὴν ἀναφορὰ τοῦ ΙΘ' κανόνος τῆς ἐν Γάγγρᾳ Συνόδου, ὁ ὁποῖος ἀναθεματίζει ἐκείνους πού, χωρὶς νὰ εἶναι ἀσθενεῖς, καταλύουν μὲ διάφορες προφάσεις τὶς παραδεδομένες νηστεῖες, ὁ ἅγιος Νικόδημος συνιστᾷ νὰ φυλάσσουν οἱ ἱστοὶ ἐκτὸς τῆς νηστείας τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς (καί, βεβαίως, τῆς Τετάρτης καὶ τῆς Παρασκευῆς τῆς ἑβδομάδος) τὶς ἄλλες τρεῖς νηστεῖες: α) Τοῦ σαρανταημέρου τῶν Χριστουγέννων, β) τῶν ἁγίων Ἀποστόλων καὶ γ) τὴν τοῦ Αὐγούστου εἰς τιμὴν τῆς Θεοτόκου (Πηδάλιον, σελ. 93, σημ. 2).

125. Βλ. Θεοδώρου Στουδίτου, Διδασκαλία..., 6, PG 99, 1697Α.

126. Βλ. Θεοδώρου Στουδίτου, Διδασκαλία..., 6, PG 99, 1701Β.

127. Ἀναστασίου Ἀντιοχείας, Περὶ τῶν ἁγίων τριῶν Τεσσαρακοστῶν, PG 89, 1397BC.

128. Βλ. Θεοδώρου Στουδίτου, Διδασκαλία..., 6, PG 99, 1701BC. Νὰ σημειωθῆ ὅτι ἡ ἑορτὴ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου ἀπαντᾶ ἤδη τὸ 460 μ.Χ., ὁ δὲ αὐτοκράτορας Μαυρίκιος (582-602) «ὥρισεν ἐπισήμως τὴν 15ην Αὐγούστου ὡς ἡμέραν της ἑορτῆς τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου» (Βασιλείου Στεφανίδου, Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία, σελ. 317.

129. Θ. Βαλσαμῶνος, Ἑρμηνεῖαι κανονικαί, Γ', PG 138, 941CD.

130. Βλ. Θ. Βαλσαμῶνος, Ἑρμηνεῖαι κανονικαί, Γ', PG 138, 941C.

131. Συμεὼν Θεσσαλονίκης, Ἐρώτησις ΝΔ', PG 155, 901BC.

132. Βλ. Πηδάλιον, σελ. 734.

133. Πηδάλιον, σελ. 387. Τὰ παρατηρούμενα ὀρθογραφικὰ λάθη εἶναι τοῦ συγγραφέως τῆς ἐποχῆς ἐκείνης.

134. Βλασίου Φειδᾶ, Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία, σελ. 954. Βλ. σχετικῶς περὶ τῆς ἱστορικῆς πορείας αὐτῆς τῆς νηστείας, Ἀναστασίου Ἐπισκόπου Καισαρείας τῆς Παλαιστίνης, Περὶ τῆς νηστείας τῆς ὑπερενδόξου Θεοτόκου, καὶ ὅτι χρὴ ταύτην φυλάττειν ὡς ἔνθεσμον (Γ. Ράλλη-Μ. Ποτλῆ, Σύνταγμα, IV, σελ. 589-590).

135. Συμεὼν Θεσσαλονίκης, Ἀπόκρισις ΝΔ', PG 155, 901 Β.

136. Πηδάλιον, σελ. 93, σήμ. 2. «Εἰς τὴν νηστείαν τῶν ἁγίων Ἀποστόλων καὶ τοῦ ἁγίου Φιλίππου ἡμέραν, κατὰ τὴν δ' καὶ στ'. Ὅσοι δὲ Μοναχοὶ εὑρίσκονται εἰς ἐργασίας, νὰ τρώγουν δύω φοραῖς, μετὰ τὴν ἕκτην ὥραν κατὰ τὸ ἑσπέρας» (Νικηφόρου τοῦ Ὅμολογητοῦ, Κανὼν ΙΘ', Πηδάλιον, σελ. 728. Βλ. Θεοδώρου Στουδίτου, Διδασκαλία..., 11, PG 99, 1701C).

137. Γεωργίου Βιολάκη, Τυπικόν τῆς τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας, ἔκδ. Β. ΣΑΛΙΒΕΡΟΥ, Ἀθῆναι, Τυπικὸν 14ης Σεπτεμβρίου, § 7, σελ. 76.

138. Βλ. Θεοδώρου Στουδίτου, Διδασκαλία..., 6 καὶ 7, PG 99, 1696D καὶ 1697Β. Νὰ σημειωθῆ ὅτι ὁ καθορισμὸς τῆς 14ης Σεπτεμβρίου ὡς ἡμέρας ἑορτῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ἤρχισε τὴν 13ην πρὸς 14ην Σεπτεμβρίου τοῦ ἔτους 335, ὅτε «ἔγιναν τὰ ἐγκαίνια τοῦ ὑπὸ τοῦ Μ. Κωνσταντίνου ἐν Ἱερουσαλὴμ κτισθέντος ναοῦ τῆς Ἀναστάσεως»… Μὲ αὐτὴ τὴν ἑορτὴ « τῶν ἐγκαινίων τοῦ ναοῦ συνεδυάσθη βραδύτερον ἡ ἑορτὴ τῆς Ὑψώσεως τοῦ Σταυροῦ»• καὶ τελικῶς ἐνισχύθη αὐτὴ ἡ ἑορτὴ «ἐπὶ τοῦ αὐτοκράτορος Ἡρακλείου (629), ὁ ὁποῖος ἀνέκτησε τὸν σταυρὸν ἀπὸ τῶν ἁρπασάντων αὐτὸν Περσῶν καὶ ἀνεστήλωσεν αὐτὸν ἐκ δευτέρου κατὰ τὴν ἡμέραν τῆς προϋπαρχούσης ἑορτῆς (14 Σεπτεμβρίου)» (Βλ. Βασιλείου Στεφανίδου, Ἐκκλησιαστική..., σελ. 317-318).

139. Βλ. Βασιλείου Στεφανίδου, Ἐκκλησιαστική..., σελ. 316.

140. Βλ. Γεωργίου Βιολάκη, Τυπικόν..., 29ης Αὐγούστου, § 4, σελ. 313.

141. Θεοδώρου Στουδίτου, Διδασκαλία..., 11, PG 99, 1701C.

Περιεχόμενα | Προηγούμενη Σελίδα