image with the sign of Myriobiblos





Κεντρική Σελίδα | Βιβλιοθήκη | Αφιερώματα | Σεμινάρια | Παρουσιάσεις Βιβλίων

ΕΛΛΗΝΙΚΑ | ENGLISH | FRANÇAIS | ESPAÑOL | ITALIANO | DEUTSCH

русский | ROMÂNESC | БЪЛГАРСКИ


ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
 


ΕΠΙΚΟΙΝΩΝIA

Κλάδος Διαδικτύου

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ





ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ


Περιεχόμενα | Προηγούμενη Σελίδα

Γεώργιος Παπαδόπουλος

Ιστορική επισκόπησις της βυζαντινής εκκλησιαστικής μουσικής από των αποστολικών χρόνων μέχρι των καθ΄ ημάς (1-1900 μ.Χ)

Εκδόσεις "Τέρτιος", Κατερίνη.

Ο συγγραφέας είναι Μεγάλος Πρωτέκδικος της του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας και Διευθυντής της Μουσικής Σχολής του εν Κων/πόλει Εκκλ. Μουσικού Συλλόγου.



ΠΕΡΙΟΔΟΣ Δ'

ΑΠΟ ΤΟΥ Η' ΑΙΩΝΟΣ ΜΕΧΡΙ ΤΟΥ ΜΑΪΣΤΟΡΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΚΟΥΚΟΥΖΕΛΗ (700-1100)



Η Γρηγοριανή και η Παλεστρινιανή μουσική της Δυτικής Εκκλησίας.

Κατά τον Μεσαίωνα η γρηγοριανή μουσική επεκράτησεν εφ’όλης της Δύσεως, ιδρύθη δε τότε και ειδική Μουσική Σχολή, εν η επιστημονικώς εδιδάσκετο και εκαλλιεργείτο η μουσική αύτη. Μεθ’όλην εν τούτοις την ληφθείσαν πρόνοιαν περί διατηρήσεως και καλλιεργείας της γρηγοριανής μουσικής, αύτη δεν εβράδυνε να υποστή ποηλλάς αλλοιώσεις και διαφθοράς. Η παραμόρφωσις δ’αυτής επετάθη κυρίως επί της βασιλείας του διασημου Charlemagne (Καρόλου του Μεγάλου), όστις μετακαλεσάμενος τους από των γνησίων και αρχικών κανόνων της ιεράς μουσικής του Γρηγορίου απομακρυθέντας γάλλονς και γερμανούς μουσουργούς, έλεξεν αυτοίς τάδε «Πότερον τυγχάνει καθαρώτερον, η πηγή ή οι από ταύτης σχηματισθέντες ρύακες, οίτινες ρέουσι μακράν αυτής;». Οι πάντες δέν εδίστασαν ν’αποφανθώσιν ότι καθαρωτέρα είναι η πηγή. «Λοιπόν, υπέλαβεν ο αυτοκράτωρ, επανέλθετε εις την πηγήν Γρηγορίον του Μεγάλου, διότι βέβαιον είναι ότι απεμακρύνθητε της υπ’αυτού καθιερωθείσης μουσικής της Εκκλησίας». Κατά τον αυτοκράτορα, αληθώς ευπαίδευτοι ησαν μόνον oι γινώσκοντες απολύτως ν’άδωσιν· ου μόνον δ’απήτει οι ιερείς να ώσι μουσικοί, αλλά είχεν απαγορεύσει την εις τα ανάκτορα είσοδον παντι ιερεί, αγνοούντι την ανάγνωσιν και την μουσικήν. Τοιουτοτροπως ο Charlemagne αποκατέστησεν εν τη Ρωμαϊκη Εκκλησία, το γνήσιον γρηγοριανόν άσμα.

Kαι πάλιν όμως βραδύτερον νέας υπέστη η γρηγοριανή μουσική παραμορφώσεις και παραφθοράς, και oύτω προς τω γρηγοριανώ άσματι ανεπτύχθη ιδία από του τέλους της Α΄ μ.Χ: χιλιετηρίδος η τετράφωνος εκκλησιαστική μουσική. Προσθετέον δ’ ενταύθα ότι η αρμονική αύτη μουσική είναι το πόρισμα συντόνων και ενδελεχών αγώνων γενεών ή μάλλον αιώνων ολοκλήρων, από της ΙΑ' μέχρι της ΙΣΤ' μ.Χ. εκατονταετηρίδος, ότε αυτή κυρίως έφθασεν εις πλήρη ακμήν. Είχεν ως βάσιν την Γρηγοριανήν μουσικήν ως Cantum firmum, αι δε συνθέσεις αυτής περιοριζόμεναι κυρίως εις την φωνητικήν μουσικήν ήσαν πολύφωνοι και εξετελούντο υπό μεγάλων χορών. Αλλά συν τω χρόνω η Εκκλησιαστική μούσική ήρξατο προσλαμβάνουσα κοσμικόν πως χαρακτήρα, παρεκκλίνοντα του σεμνού και επιβάλλοντος ήθους των πάλαι εκκλησιαστικών ύμνων, ιδία, του λεγομένον Cantus Choralis. Η τοιαύτη τροπή συνετάραξε τα συντηρητικά στοιχεία εν τη Δυτική Εκκλησία και προεκάλεσεν αληθή εξέγερσιν αυτών κατά της χρήσεως πάσης πολυφώνου μουσικής εν τοις ναοίς. Τούτο και προυτάθη ήδη μεσούντος του ΙΣΤ΄ αιώνος εις την τότε συνελθούσαν εν Τριδέντω σύνoδoν, την παρά Λατίνοις Οικουμενικήν θεωρουμένην, και θα εγίνετο ίσως αποδεκτόν, εάν μη ανεφαίνετο νέος μεταρρυθμιστής της Εκκλησιαστικής μουσικής, ο κλεινός Πέτρος Λουδοβίκος Παλεστρίνας. Ούτος συνέθεσε κατ’εντολήν της περί ης ο λόγος Συνόδου τρεις λειτουργίας, εξ ών η μία ιδία, λεγομένη missa Marceli, εις ανάμνησιν του ομωνύμου πάπα, όστις υπήρξε προστάτης του μεγάλου μoυσoυργού, και ήτις εκτελεσθείσα ενεποίησε βαθυτάτην εντύπωσιν διά το απλούν και αρχαιοπρεπές αυτής ήθος, αλλ’ εν ταυτώ και διά το ύψος και την μεγαλοπρέπειαν αυτής. Ο Παλεστρίνας έσωσεν ούτω την τετράφωνον μουσικήν διά την Δυτικήν Εκκλησίαν, εγένετο δε ο ιδρυτής νέας σχολής της Εκκλησιαστικής μουσικής εν Ιταλία, ην εκλέϊσαν συν αυτώ και μετ’αυτόν και άλλοι επιφανείς Ιταλοί, μουσουργοί, ων τα έργα είναι αιώνια μνημεία της τέχνης, άτινα ως τοιαύτα δεν ανήκουσιν εις μόνην την Ιταλίαν και την Δυτικήν Εκκλησίαν, αλλ’είναι κτήμα ολοκλήρου του πεπολιτισμένου κόσμου.

Η νέα Εκκλησιαστική μουσική της Ιταλίας έσχε ροπήν μεγάλην και επί τας άλλας χώρας της Εσπερίας, μάλιστα δ’επί την Γερμανίαν, ήτις έκτοτε ανέλαβε την ηγεσίαν, ως εν τη κοσμική μουσική, και εν τη εκκλησιαστική. Εις τούτο συνεβάλετο τα μάλιστα και η εκκλησιαστική μεταρρύθμισις εν αυτή. Ο Μαρτίνος Λούθηρος (1483), ειδώς κάλλιστα οποίαν επιρροήν ηδύνατο να έχη υπό θρησκευτικήν έποψιν η μουσική, εσκέφθη να χρησιμοποιήση αυτήν υπέρ της μεταρρυθμίσεως αυτού, εκλαϊκεύων ούτως ειπείν τους εκκλησιαστικούς ύμνους και καθιστών τούτους κτήμα, ουχί πλέον των ιερέων και των ψαλτών, αλλ’ολοκλήρου του λαού. Έκτοτε ήρξατο αληθής άμιλλα εν τη χώρα εκείνη μεταξύ των Διαμαρτυρομένων και των Καθολικών, ως εν παντί άλλω κλάδω του θρησκευτικού βίου, και εν τη Εκκλησιαστική μουσική. Oι Διαμαρτυρόμενοι, πλην των ύμνων των ψαλλομένων συνήθως επ’εκκλησίας υπό του λαού ολοκλήρου εν συνοδεία του εκκλησιαστικού οργάνου, εκαλλιέργησαν ιδία την χορικήν λεγομένην ψαλμωδίαν, έχοντες εν τούτω πρότυπον την Αμβροσιανήν ψαλμωδίαν, αλλ’εν τετραφωνία. Προς τα μεγαλείτερα είδη της μουσικής των Καθολικών, άτινα ως εκ της καταργήσεως της κυρίως λειτουργίας παρά τοις Διαμαρτυρομένοις δεν ηδύναντο να καλλιεργήσωσιν ούτοι, αντέταξαν τας λεγομένας Cantatas και ιδία τα Ορατόρια, εν είδος εκκλησιαστικών επών, ων η υπόθεσις είναι ειλημμένη συνήθως εκ της Παλαιάς ή Καινής Διαθήκης. Ταύτα απαρτίζονται ως επί το πολύ εκ ψαλμωδίας αφηγηματικής, εκ μονωδίας, διωδίας, τριωδίας και εκ χορικών, συνοδευομένων και τούτων υπ’οργανικής μουσικής. Τα περιώνυμα Ορατόρια του Σεβαστιανού Βάχ και των μιμητών αυτού Χάϊνδελ, Μεδελσώνος, Μαξ Βρουχ και άλλων μουσουργών της Γερμανίας είναι έργα υπό έποψιν επινοίας, τέχνης και μεγαλοπρεπείας θεωρούμενα ασυγκρίτω τω λόγω ανώτερα των συνήθων μελοδραμάτων και πάσης άλλης κοσμικής μουσικής. Εν τη αμίλλη ταύτη των Διαμαρτυρομένων δέν καθυστέρησαν και οι Καθολικοί της Γερμανίας και των άλλων χωρών εν τοις νεωτέροις χρόνοις. Έχουσι να επιδείξωσι και αυτοί και άλλα παντοία έργα εκκλησιαστικής μουσικής των κορυφαίων μουσουργών αυτών του Βετόβεν, Μόρζαρτ, Xάϋδν, Λιστ, Γκουνώ, Χερουβίνη, Βέρδη και άλλων πολλών. Ούτω η Εκκλησιαστική μουσική εν τη Εσπερία έφθασεν εις το άκρον άωτον της ακμής και τελειότητος, υπερτερούσα υπό πολλάς επόψεις πάσης κοσμικής μουσικής.

Λεκτέον δ’ενταύθα ότι νυν ζήτημα εκκλησιαστικής μουσικής υφίσταται και εν τη Εκκλησία της Ρώμης, διότι εις τας κατά τον ΙΖ' και ΙΗ' αιώνα δημοσιευθείσας εκδόσεις των γρηγοριανών μουσικών κειμένων εγένοντο αλλοιώσεις και παραφθοραί, και εκ των ούτω παρηλλαγμένων κειμένων προήλθον τα σήμερον εν ταις Εκκλησίαις εν χρήσει όντα. Την τοιαύτην κατάστασιν λαβών υπ’όψιν ο νέος της Δυτικής Εκκλησίας ποντίφηξ Πίος ο Ι', εγκρατέστατος ων της γνησίας Εκκλησιαστικης μουσικής, μεθ’όλας τας συμπαρομαρτούσας τω υψηλώ αξιώματι αυτού ποικίλας ασχολίας, και δη κατά τας απαρχάς της αναρρήσεως αυτού εις τον παπικόν θρόνον, δεν απηξίωσε ν’αναλάβη τον αγώνα της εκκαθάρσεως της σημερινής Εκκλησιαστικής μουσικής από των αλλοιώσεων και των διαφθορών, ας αύτη προϊόντος του χρόνου υπέστη, και ν’αποκαταστήση εν τη Εκκλησία της Ρώμης την αρχαίαν Εκκλησιαστικήν μουσικήν, την Γρηγοριανήν.

Παρατηρητέον δε ότι η κυρία αφορμή της παραμορφώσεως και παραφθοράς της γρηγοριανής μουσικής υπήρξεν η άγνοια της σημασίας των μουσικών σημάτων ή σημαδίων (παρισταμένων εν τοις κειμένοις εις διακεκριμένα απ’αλλήλων συμπλέγματα, καλούμενα neumes) και η παραραγνώρισις του σκοπού αυτών εν τω ρυθμικώ οργανισμώ αυτής.

Εν τω διεξαγομένω δε αγώνι δεν αποσκοπείται μόνον η επιδιόρθωσις της εκκλησιαστικής μουσικής και η αποκατάστασις της γνησίας τοιαύτης, αλλά και η από της Εκκλησίας απέλασις της παρεισαχθείσης εις την τετράφωνον μουσικήν θεατρικής μουσικής. Ο πάπας Πίος ο Ι' συνεργάτη πολύτιμον εν τω έργω της μεταρρυθμίσεως της ιεράς μουσικής έχει τον αββάν Λαυρέντιον Παρώζην, δεινόν μύστην και άγαν ζηλωτήν της γνησίας ιεράς μουσικής, διευθυντήν δε εν Ρώμη του εκκλησιαστικού χορού του ιερού ναού του Σίξτου.



Περιεχόμενα | Προηγούμενη Σελίδα