image with the sign of Myriobiblos





Κεντρική Σελίδα | Βιβλιοθήκη | Αφιερώματα | Σεμινάρια | Παρουσιάσεις Βιβλίων

ΕΛΛΗΝΙΚΑ | ENGLISH | FRANÇAIS | ESPAÑOL | ITALIANO | DEUTSCH

русский | ROMÂNESC | БЪЛГАРСКИ


ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
 


ΕΠΙΚΟΙΝΩΝIA

Κλάδος Διαδικτύου

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ





ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ


Προηγούμενη Σελίδα
Μιχαήλ Α. Καλινδέρης

Αι Συντεχνίαι και η Εκκλησία επί Τουρκοκρατίας

Εκκλησιαστικαί Εκδόσεις Εθνικής Εκατονπεντηκονταετηρίδος. Εκδόσεις Αποστολικής Διακονίας, Αθήναι 1973


ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Δ'

ΑΠΟ ΤΗΝ ΣΥΜΠΑΡΑΣΤΑΣΙΝ ΤΩΝ ΣΥΝΤΕΧΝΙΩΝ ΕΙΣ ΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗΝ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ



2. Οι γουναράδες Κων/λεως. Αι χορηγίαι των εις σχολεία.

Εν πρώτοις oι γουναράδες Κων/λεως, αποτελούντες είδος αυτονόμου τραπεζιτικού οργανισμού ως συντεχνία, επροστάτευσαν και συνετήρησαν εκ των πόρων του πολύ προσοδοφόρου διά τους χρόνους εκείνους επαγγέλματός των και μέχρι των μέσων περίπου του ΙΘ' αιώνος την Μεγάλην του Γένους Σχολήν, την άλλως καλουμένην Πατριαρχικήν Ακαδημίαν, η οποία, καθώς γνωρίζομεν, υπήρξεν κιβωτός η διατηρήσασα την πατροπαράδοτον Εθνικήν Παιδείαν.

Η ίδρυσις του φιλοσοφικού αυτής τμήματος κατωχυρώθη δια σιγιλλιώδους γράμματος έτους 1663 του Πατριάρχου Διονυσίου Γ' του Βαρδάλεως, ο οποίος και παρώτρυνε τον πρωτομάστορα της συντεχνίας των εν Κων/λει γουναράδων εις την πρωτοβουλίαν ταύτην, όπως δηλούται εκ της προσφωνήσεως του Δοσιθέου, Πατριάρχου Ιεροσολύμων προς τον Διονύσιον «και τον θεοφιλέστατον εκείνον άνδρα κύριον Μαλωνάκην (πρόκειται περί του Μανωλάκη, του εκ Καστοριάς), συστήσαι σχολήν εποίησας εις αναζωπύρωσιν της σοφίας και της χριστιανικής διδασκαλίας επίδοσιν ...». Κατά τον Μ. Γεδεών ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων Νεκτάριος ελθών εις Κων/ λιν παρώτρυνε τον φίλον του Μανωλάκην προς σύστασιν της ανωτέρω Σχολής. Είναι δε χαραχτηριστικόν της δυνάμεως του πρωτομαΐστορος των γουναράδων επί της λειτουργίας της Σχολής και τούτο: Αρνηθέντος του Μανωλάκη την καταβολήν της μισθοδοσίας εις τον Σχολάρχην (Σεβαστόν Κυμινήτην), προεκλήθη «επί μακρόν» χρόνον παράλυσις της Σχολής. Δια προτροπής δε πάλιν του Πατριάρχου Καλλινίκου του Β' του Ακαρνάνος κατωχυρώθη η Σχολή διά νέου Πατριαρχικού και συνοδικού γράμματος, υπογραφομένου και υπό του Ιεροσολύμων Δοσιθέου το 1691 και διά της παροχής της αναλόγου δαπάνης παρά «του αυτού αγαθοεργού και διαπύρου επί φωτισμώ του Γένους αξιομνημονεύτου ανδρός γηραιού ήδη Μανωλάκη...».

Το υπέρ της Μεγάλης Σχολής του Γένους ενδιαφέρον της συντεχνίας των γουναράδων καταφαίνεται και εκ της τελευταίας χειρονομίας αυτής να μεταβιβάση εις την κυριότητα της Σχολής τα κτήματά της, όταν περί τα μέσα του ΙΘ αι. με την μεταβολήν της ενδυμασίας εκ της εισαγωγής των ευρωπαϊκών υφασμάτων της βιομηχανίας και της μετά δυσχερείας αντιστάσεως oι γουναράδες ήρχισαν να εκπίπτουν της προτέρας αυτών ισχύος.

Η προς τους γουναράδες οφειλομένη τιμή δια την κατοχύρωσιν της λειτουργίας της Μ.Σχολής του Γένους λαμβάνει ιδιάζουσαν μορφήν και αξίαν εκ της συνεκτιμήσεως της συμβολής των ιδίων γουναράδων διά την σύστασιν και συντήρησιν σχολών και εκτός της πρωτευούσης προς αφύπνισιν του Γένους από του ληθάργου της αμαθείας των προ του 1660 χρόνων και διά της πρωτοβουλίας του αυτού πρωτομαΐστορος Μανωλάκη του Καστοριέως, του υιού του πτωχού Πέτρου, ο οποίος συνέρραπτε τους χορντάδες εις τας γούνας, αναδειχθέντος εις Μαικήναν της πνευματικής αναγεννήσεως των υποδούλων γενικώς και ιδιαιτέρως των νεωτέρων Ελλήνων.

Ούτω η περιώνυμος Σχολή της Πάτμου οφείλει το οικοδόμημά της εις τον Καστοριέα Μανωλάκην, εις τον ίδιον και την κατάθεσιν εκ πέντε χιλιάδων γροσίων εις το ταμείον «της ης προΐστατο συνεργασίας» =συντεχνίας. Εκ των ευεργεσιών των γουναράδων κυρίως συνετηρήθη από του 1669 μέχρις εσχάτων η εκπαιδεύσασα πλείστους αξιολόγους άνδρας Σχολή μετά της λαμπράς αυτής βιβλιοθήκης. «Άπαντες οι γέροντες και επίτροποι του ρουφετίου των γουναράδων» δι' επιστολής των (6 Ιουλίου 1792 ) γνωρίζουν προς τον Μισαήλ, διδάσκαλον της εν Σίφνω κοινής Σχολής των ελληνικών μαθημάτων, ότι «εκρίθη εύλογον παρά τε του Παναγιωτάτου δεσπότου, του οικουμενικού Πατριάρχου και παρά της αγίας και ιεράς συνόδου, ίνα απέλθη» εις Πάτμον και αναλάβη την φροντίδα της σχολής ως υποδιδάσκαλος αυτής λόγω γήρατος του διδασκάλου Δανιήλ «εδιορίσθη δε και ο μισθός της ελλογιμότητός του παρά του Παναγιωτάτου δεσπότου γρόσια τετρακόσια να λαμβάνη κατ' έτος».

Η της Xίου σχολή του Βίκτωρος λεγομένη συνεστήθη το 1660 και αυτή υπό του αυτού Μανωλάκη του αρχιγούναρη παρακινηθέντος παρά του Πατριάρχου Ιεροσολύμων Νεκταρίου, επί Διονυσίου Γ' του Ανδρίου ως Πατρ/χου Κων/λεως.

Τη προτροπή επίσης του Ιεροσολύμων Νεκταρίου ανεσυνέστησε και την σχολήν Άρτης το 1669 ο ίδιος ο Μανωλάκης ο εκ Καστορίας κατοχυρώσας αυτήν διά σιγιλλίου. Χάριν της συστάσεως της σχολής αναφέρεται ότι και ο Μητροπολίτης Άρτης έδωσε 2.000 γρόσια και την εκκλησίαν τής Μητροπόλεως μετά της ενορίας της.

Προς ιδρυσιν της Σχολής του Αιτωλικού (προ της εν Αιτωλία ακμασάσης σχολής του Παναγιώτου Παλαμά) ο Μανωλάκης είχε προσφέρει χρηματικά ποσά εις την Μεγάλην του Γένους Σχολήν, εις την της Χίου, Άρτης και εις την του Αιτωλικού 300 αργυρούς. Αλλά κατά την διανομήν των χρημάτων παρών ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου και Άρτης Βαρθολομαίος ημπόδισε τον Μανωλάκην, καθ' α εγράφησαν, να ιδρύση την σχολήν θεωρών ότι το Αιτωλικόν ήτο ανάξιον τοιαύτης σχολής, χωρίον ον, την στενότητα του τόπου προβάλλων και υποδεικνύων να μεταθέση αυτήν εις την Άρταν, πόλιν μεγάλην. Τους λόγους τούτους πληροφορηθείς ο Ευγένιος (Γιαννούλης ) ότι «πέρας ουκ έλαβεν (η σχολή) περί ης πρότερον ην γεγραφώς (ο Ευγένιος τω Μανωλάκη), μικρόν τι προς Βαρθολομαίον σκανδαλισθείς ως υπό φθόνου τυχόν κινηθέντος και κωλύσαντος την κατά το Αιτωλικόν γενέσθαι (σχολήν) και δευτέροις χρήται περί της αυτής υποθέσεως γράμμασι προς τον Καστοριανόν..., ο δέ υπέρ ταύτης υπισχνείται πεντακοσίους καταβαλείν αργυρούς και πέμπει τούτους». Χρύσανθος ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων αναγγέλλων το 1715 δι' επιστολής του προς τους γουναράδες Κων/λεως την ίδρυσιν ιεράς σχολής εν Καστορία, αναθέτει εις αυτούς τα της μισθοδοσίας των διδασκάλων αυτής. Υπό την προστασίαν των αυτών γουναράδων ήτο και το σχολείον της συνοικίας (Κων/λεως) τού Παλίνου.

Τέλος oι γουναράδες της Κων/λεως οι καταγόμενοι εκ Σηλυβρίας, οι οποίοι ήσαν πολλοί εν Κων/λει, διεχειρίζοντο εξ ολοκλήρου την περιουσίαν των σχολών των ιδρυθεισών το 1799 εις την ιδιαιτέραν των πατρίδα Σηλυβρίαν. Κατά το σιγιλλιώδες γράμμα του Πατριάρχου Νεοφύτου Ζ' η κοινή σχολή των ελληνικών μαθημάτων και η των ιερών εκκλησιαστικών γραμμάτων ανατίθεται εις την συντεχνίαν ταύτην.


Προηγούμενη Σελίδα