image with the sign of Myriobiblos





Κεντρική Σελίδα | Βιβλιοθήκη | Αφιερώματα | Σεμινάρια | Παρουσιάσεις Βιβλίων

ΕΛΛΗΝΙΚΑ | ENGLISH | FRANÇAIS | ESPAÑOL | ITALIANO | DEUTSCH

русский | ROMÂNESC | БЪЛГАРСКИ


ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
 


ΕΠΙΚΟΙΝΩΝIA

Κλάδος Διαδικτύου

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ





ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ


Προηγούμενη Σελίδα

Ηλίας Οικονόμου

Θεός και επανάσταση του 1821

Περ. Kοινωνία, τεύχος 2, έτος κζ', Απρίλιος-Ιούνιος 1984.


δ. Η παρουσία του κλήρου

Τα κοινωνικά μεγέθη που συναπαρτίζουν την επαναστατημένη Ελλάδα είναι πολλά. Ο Ι.Φιλήμων γράφει ότι την επανάστασι έκαμαν «οι άνθρωποι του λαού, ... όλοι οι εκκλησιαστικώς προϊστάμενοι, όλοι οι πολιτικώς άρχοντες, όλοι οι εμπορικώς διαπρέποντες, όλοι οι εν ξέναις υπηρεσίαις και τόποις διατελούντες». Και συμπεραίνει με θαυμασμόν ο ίδιος. «Ιδού ο αείζωος και αναλλοίωτος ελληνισμός, θρησκευτικώς τε και εθνικώς θεωρούμενος». Μεταξύ όμως αυτών ο κλήρος, δηλαδή οι Αρχιερείς και oι ιερείς, αλλά και οι μοναχοί, αποτελούν, κατά τις πηγές, ιδιαζούσης σημασίας κοινωνικό μέγεθος του αγώνος. Η παρουσία του κλήρου και η συμμετοχή του σε όλες τις φάσεις του αγώνος είναι ενεργητική, ευεργετική και πρωτοπορειακή σε θυσίες, υλικές και αίματος.

Η συμμετοχή του κλήρου εμφανίζεται ήδη από την περίοδο της προπαρασκευής και είναι δύο τύπων, δηλαδή της συντηρήσεως της ελληνικής ταυτότητας και της συμβολής εις την προετοιμασίαν του επικειμένου αγώνος. Διά την πρώτην ο Κασομούλης αναφέρει τα εξής: «Από τα διάφορα ιστορικά και εκκλησιαστικά συγγράμματα και από αυτά τα πράγματα γνωρίζοντες ότι η ελληνική γλώσσα, ο χαρακτήρ, και τα έθιμα του Ελληνικού λαού μετά την πτώσιν του Βασιλείου μας εδιατηρήθησαν υπό την επαγρύπνησιν του κλήρου μας και των διαφόρων πεπαιδευμένων του Έθνους, και διά της κοινής ευλαβείας προς την αγίαν ημών θρησκείαν». Ο δεύτερος τύπος προέρχεται από την μαρτυρία της Φιλικής Εταιρείας, της οποίας πολλά διαπρεπή και μη μέλη ήσαν κληρικοί, αλλά και εκ της συμμετοχής του κλήρου στην διαδικασία της μυήσεως των νέων μελών στα μυστικά της Εταιρείας. Ο υποψήφιος προς μύησι έπρεπε προηγουμένως να έχει την προφορική, ή γραπτή συμμαρτυρία εξομολόγου ιερέως, ότι είναι θρησκευτικώς άψογος. Θα παραθέσω τον τύπον της συμμαρτυρίας, διότι είναι αποκαλυπτικός.

«Εγώ ο δούλος του Θεού Νεόφυτος (ή όποιον άλλο καλογερικόν όνομα θέλω) μαρτυρώ, ότι ο δούλος του Θεού (το όνομα και το παράνομα του κατηχουμένου) εξομολογήθη εις εμέ όλα τα αμαρτήματά του, τα οποία ως αμαρτωλός και ως άνθρωπος έπταισεν, υπήκουσεν και έβαλεν εις πράξιν με όλην την επιμέλειαν όλας τας διαταγάς τας οποίας του εγνώρισα, διά τούτο του δίδω το παρόν εις απόδειξιν της καλής και χριστιανικής διαγωγής».

Την συμβολήν του κλήρου μετά την κήρυξι της επαναστάσεως είναι αδύνατο να περιγράψη κανείς, λόγω ποικιλίας και πυκνότητος μαχητικής, αλλά και εξειδικευμένης προσφοράς. Δείγματα μόνο θ' αναφέρω. Kαι πρώτον την νωπή εκτίμηση της προσωρινής κυβερνήσεως, η οποία εξαπέλυσεν προκήρυξι, μετά την πυρπόλησι του Τουρκικού στόλου του Καπετάν-Πασά και την παράδοσι της φρουράς του Ναυπλίου, με ημερομηνία 18 Ιουνίου 1822. Η προκήρυξι διαλαμβάνει και τα ακόλουθα: «οι μάρτυρες αυτοί, αυτοί οι εκλεκτοί, ο άγιος Πατριάρχης μας και όλοι εκείνοι οι επίσκοποι oι θανόντες με το μαρτύριον της αγχόνης, θ' απευθύνουν εις την Θείαv Τριάδα διαπύρους προσευχάς διά να ευλογήση τα έργα μας, και να ευημερήσουν τα όπλα μας υπό την σκέπην του αγίου Σταυρού». Αυτά αρκούν διά τον συκοφαντημένον Πατριάρχη.

Αξίζει επίσης να αναφερθή στο εκλεκτό ακροατήριο, η συμμετοχή ενός Μεσολογγίτη ιερέως, του Παπαπαναγιώτη, που θα ήταν άγνωστη, όπως πολλές άλλες, αv δεν επισκεπτόταν το Μεσολόγγι ο ΌΘων. Εκεί ο Καπετάν Μακρής του διηγήθηκε.

«Άκουσε Μεγαλειότατε! Από την αρχή του κλεισμού στο Μεσολόγγι, ο παπάς αυτός η μόνη δουλειά που έκανε, ήτανε καθώς επιάνετο το τουφέκι και ήτανε αυτό καθημερινό, είτε μέρα ήτανε είτε νύχτα, έτρεχε στην Εκκλησία, έπαιρνε το δισκοπότηρο στα χέρια του και ξεσκούφωτος με το φαναράκι του επήγαινεν από τάπια σε τάπια και μεταλάβαινε τους ψυχομαχούντες και τους παρηγορούσε με καλά λόγια και εγκαρδίωνε τους άλλους να πολεμούν με όρεξιν και με ψυχήν διά να έχουν την βοήθειαν του Θεού. Σου ορκίζομαι στην πίστιν μου, Μεγαλειότατε! ότι δεν πέρασε ημέρα, είτε νύχτα να μην τον ιδώ εις την τάπια μου επάνω στο τουφέκι, καθώς να φέρνη γύρα όλαις ταις άλλαις τάπιες και μέσα στην χώρα από σπίτι σε σπίτι και στο γιρούσι της Εξόδου ήτανε μαζί μας και βόλι ή μπάλλα δεν τον πείραξε· τότε δεν είναι άγιος ο παπάς αυτός;».

Είπα προηγουμένως, ότι ο κλήρος απετέλεσε ιδιαίτερο κοινωνικό μέγεθος του αγώνος. Αυτό συνάγεται εκτός άλλων και από μια διαταγή του Καποδίστρια, που ορίζει: «ο πληρεξούσιος τοποτηρητής να διορίση επιτροπήν συγκεκριμένην από άνδρας του ιερού κλήρου, ως και από πολιτικούς και πολεμικούς... διά να ενεργηθώσι τα εξής: α) Να συντεθή κατάλογος των εκκλησιαστικών στρατιωτικών, πολιτικών υπουργών, ή απλών πολιτών, οίτινες έπεσαν ως θύματα της πολιορκίας του Μεσολογγίου κατά τα έτη 1822, 1823, 1825 και 1826».

Χαρακτηριστικές είναι και οι πληροφορίες του Φωτάκου για τον μαχητικό παλμό των μοναχών στη Μάχη του Μ.Σπηλαίου (24 Ιουνίου 1827), δηλαδή σε περίοδο εξασθενήσεως του αγώνος. Αξίζει να τις ακούσουμε:

Το πρώτο περιλαμβάνει την απάντηση των μοναχών στην πρόσκληση των Τούρκων να παραδοθούν.

«...Υψηλότατε αρχηγέ των Οθωμανικών αρμάτων χαίρε. Ελάβομεν το γράμμα σου και είδομεν τα όσα γράφεις, ηξεύρομεν πως είσαι εις τον κάμπον των Καλαβρύτων πολλάς ημέρας και ότι έχεις όλα τα μέσα του πολέμου, ημείς διά να προσκυνήσωμεν είναι δυνατόν, διότι είμεθα ωρκισμένοι εις την πίστιν μας, ή να ελευθερωθούμε ή να αποθάνωμεν πολεμούντες και κατά το αϊνί μας δεν γίνεται να χαλάση ο ιερός όρκος της πατρίδος μας, σε συμβουλεύουμε όμως να υπάγης, να πολεμήσης άλλα μέρη διότι αν έλθης εδώ να μας πολεμήσης και μας νικήσης δεν είναι μεγάλον κακόν, διότι θα νικήσης παπάδες, αν όμως νικηθής το οποίον ελπίζομεν άφεκτα, με την δύναμιν του Θεού, διότι έχομεν και θέσιν δυνατήν και θα είναι εντροπή σου και τότε οι Έλληνες θα εγκαρδιωθούν και θα σε κυνηγούν πανταχού. Ταύτα σε συμβουλεύομεν και ημείς κάμε ως γνωστικός το συμφέρον σου, έχομεν και γράμματα από την βουλήν και αρχιστράτηγον Θεόδωρον Κολοκοτρώνην, ότι εις πάσαν περίστασιν πολλήν βοήθεια θα μας στείλη παλληκάρια και τροφάς και ότι ή θα ελευθερωθώμεν τάχιστα ή θα αποθάνωμεν κατά τον ιερόν όρκον της Πατρίδος.

ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ
Ο Ηγούμενος και οι συν εμοί παπάδες και καλόγεροι.


Τη 22α Ιουνίου 1827 - Μέγα Σπήλαιον.

Το δεύτερο περιγράφει την εμπλοκή τους στή μάχη:

«... Έξαφνα βλέπω -γράφει ο Φωτάκος- να εξέρχωνται από το Μοναστήριον ο εις κατόπιν του άλλου μοναχοί έως 100 και καπετάνιον είχαν τον γνωστόν Γεράσιον Τορολόν. Ούτοι όλοι έβγαλαν τα καλογερικά και ενεδύθησαν στρατιωτικά Ελληνικά, έβαλαν φουστανέλλες και εφόρεσαν φέσια, εξάπλωσαν κάτω τα πλούσια μαλλιά της κεφαλής των και είχον οπλισθή κατά τρόπον των ατάκτων στρατιωτών. Περνώντες δε έμπροσθεν ημών μας επροκάλεσαν ούτως: Ελάτε να μας δήτε πώς θα πολεμήσωμεν, και βαδίζοντες ετράβηξαν κατα το παλιάμπελον, θέσιν κειμένην άνωθεν και κατά το μεσημβρινοανατολικόν μέρος, φθάσαντες αμέσως ήρχισαν μόνοι τον πόλεμον με τους Τούρκους. Τούτο ιδόντες ημείς εξεροκοκκινήσαμεν από την εντροπήν μας και παρ' ευθύς εβγήκαμεν από το μέρος της Κισσωτής να υπάγωμεν εις τον πόλεμον».

Η εθνική και η κοινωνική αμοιβή του -θα ερωτήση κάποιος- ηταν ανάλογη προς τήν προσφορά τους;

Η αμοιβή είχε τρεις τουλάχιστον μορφές. Επι Καποδιστρίου εξασφαλίστηκε με οδηγίες η κοινωνική παρουσία του Κλήρου με ειδικές αρμοδιότητες στην διαδικασία των εκλογών.

Την εποχή της Βασιλείας, η αναγνώριση γίνεται με ουρανομήκεις ύμνους στην προσφορά του κλήρου, όπως φαίνεται από το έγγραφo του Καλλινίκου Καστόρχη προς την Ι.Σύνοδο, το οποίον σας διαβάζω:

«ΤΗ ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΩ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ»

Στρατιώτας τω Θεώ και τη Πατρίδι δεν έλειψε προσφέρων πάντοτε ο ιερός της Ανατολικής και μιας Ορθοδόξου Εκκλησίας κλήρος. Πιεζόμενος υπό την τυραννίαν των Οθωμανών, εξήγαγεν εκ των κόλπων του, φωστήρας θείους και του πνεύματος ευτυχείς προαγωγούς τους μακαρίους Ευγενίους, Θεοτόκεις, Πρωίους και μυρίους άλλους. Γνωρίζων την δύναμιν του Θεού των Όντων εν ασθενεία τελειουμένην, άμα η άπειρος Αυτού ευσπλαγχνία έπήκουσε των δεήσεων του πιστού Λαού του, ως Μήτηρ φιλόστοργος, συνέδραμεν εις τον δίκαιον σκοπόν των τέκνων του, και ιδού εν όπλοις μεγαλύνοντες την δόξαν του Θεού και της Πατρίδος οι Γερμανοί της Αχαΐας, οι Ησαΐαι των Σαλώνων, οι Άνθιμοι του Έλους και πλήθος άλλοι.

Ως εκράτυνε Κύριος το πνεύμα των νέων τούτων Mαρτύρων της Ελληνικής Ελευθερίας! Ενωπλισμένους με τον Σταυρόν, το τραύμα της δαιμονιώδους τυραννίας, απέστειλε τούτους, και ενεθάρρυνε τον εκλεκτόν Λαόν του, ευαγγελιζόμενος «ΝΙΚΑ ΤΟΥΣ ΕΧΘΡΟΥΣ ΣΟΥ ΕΝ ΤΟΥΤΩ ΛΑΟΣ ΜΟΥ». Αυτούς προπορευομένους των Στρατών κατά γην και κατά θάλασσαν, ανέδειξεν άλλους Μωϋσείς κατά της δυναστείας του νέου Φαραώ, και εταπείνωσεν ενώπιόν του τους υιούς της Άγαρ.

Η δικαιοσύνη ανατίθησι την πρώτην του ομίλου τούτου έδραν εις τον Ιεράρχην Γερμανόν, τόσον διακεκριμένον κατά την υπέρ Πίστεως και Πατρίδος Πάλην της Πατρίδος και της Εκκλησίας του πιστόν και γενναίον τέκνον, της Αχαΐας Ιεράρχης κλεινός, όχι μόνον ορθοτομών, της θείας αληθείας τον λόγον, όχι μόνον στρατεύων, αλλά και συγγράφων επεχείρησε να λαμπρύνη την Εκκλησίαν και την Πατρίδα....

Εν Καλάμαις, τη 25η Σεπτεμβρίου 1837

ΚΑΛΛΙΝΙΚΟΣ ΚΑΣΤΟΡΧΗΣ»

Η τρίτη και επικρατεστέρα μορφή αναγνωρίσεως, ήταν η αδιαφορία προς τους αγωνιστές κληρικούς, όπως και προς τους λοιπούς. Ο στρατηγός Μακρυγιάννης, αναφερόμενος ειδικώς στους μοναχούς γράφει, στο νεοδημοσιευθέν έργο του "Οράματα και θάματα", τα εξής: «... ήταν υπηρέτες των μοναστηριών της ορθοδοξίας· δεν ήταν τεμπέληδες, δούλευαν και προσκυνούσαν· και εις τον αγώνα της πατρίδος σ' αυτά τα μοναστήρια γενόταν τα μυστικοσυμβούλια συναζόταν τα ολίγα αναγκαία του πολέμου, και εις τον πόλεμον θυσίαζαν και σκοτωνόταν αυτείνοι οι περέτες των μοναστηριών και των εκκλησιών -τριάντα είναι -μόνον με μένα σκοτωμένοι έξω εις τους πολέμους και εις το κάστρο, το Νιόκαστρο, και εις την Αθήνα». Και συμπληρώνει με την πικρή συμβουλή, συνιστώντας επιφυλακτικότητα, «...καθώς το πάθετε πολλές φορές και κιντύνεψαν και έπαθαν τα μοναστήρια με λόγια της λευτεριάς».

Γιατό όλα αυτά, θα ερωτήση πάλι κάποιος; Γιατί η "ώρα" της Ελληνικής Επαναστάσεως ήταν "ώρα θρησκευτικής εξάρσεως", ενώ της Γαλλικής ήταν, "ώρα αντιθρησκευτική και αντικληρική". Μετά όμως την απελευθέρωσι, διάφοροι προσήρμοσαν βαθμιαίως, στην "ώρα Γαλλίας", την "ώρα Ελλάδος". Από τότε εισάγεται και παρερμηνεία της ιστορικά βεβαιουμένης αληθείας, που οδηγεί στην παραχάραξι της.

Κυρίες και Κύριοι.

Το πλήρες σχήμα της ιστορίας του μεγίστου αγώνος του 1821, όπως προκύπτει από τα κείμενα, είναι δυνατόν να παρασταθή με συμπαγή κωνοειδή πυραμίδα, την βάσιν της οποίας απαρτίζει το άθροισμα των πολυαρίθμων αγωνιστικών πράξεων, διά των οποίων επιδιώκεται η κατάκτησι των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων των Ελλήνων. Τα δικαιώματα ταύτα κατοχυρώνονται στην αδιαίρετη δίπτυχη αρχή σύνθημα του αγώvoς "για του Χριστού την πίστιν την αγία και της πατρίδος την ελευθερίαν". Πηγή και εγγυητής της αρχής αυτής, ως η κορυφή του κώνου, αναγνωρίζεται ο Θεός. Αυτό είναι το σχήμα, το οποίον λειτούργησεν πηγαίως και εθαυματούργησεν το 1821. Το σχήμα αυτό αποκαλύπτει ένα συνδυασμό πολιτικής και θείας Οικονομίας, μεγιστοποιήσεως των αγωνιστικών δυνατοτήτων και ταυτοχρόνως απόλυτη εξάρτησι της αποτελεσματικότητος των προσπαθειών αυτών από την Θ. Πρόνοια ή την Θ. Αντίληψη. Αυτό τεκμηριώνεται στα κείμενα. Ένα δείγμα, ακόμη θα αναφέρω στο εκλεκτό σας ακραατήριο, πριν κατέλθω του βήματος. Προέρχεται από τον Ι. Καποδίστρια και απευθύνεται προς την Δ' Εθνικήν των Ελλήνων Συνέλευσιν (1829) «Ας δοξάσωμεν -γράφει- ολοψύχως τον Ύψιστον Θεόν! Ας ευλογήσωμεν το Άγιον Αυτού όνομα....................................

Η ευσπλαγχνία του διά θαυμάτων έσωσε την Ελλάδα· ας είμεθα άρα ενδομύχως πεπεισμένοι, ότι δεν εθαυματούργησεν ματαίως».

Προηγούμενη Σελίδα