image with the sign of Myriobiblos





Κεντρική Σελίδα | Βιβλιοθήκη | Αφιερώματα | Σεμινάρια | Παρουσιάσεις Βιβλίων

ΕΛΛΗΝΙΚΑ | ENGLISH | FRANÇAIS | ESPAÑOL | ITALIANO | DEUTSCH

русский | ROMÂNESC | БЪЛГАРСКИ


ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
 


ΕΠΙΚΟΙΝΩΝIA

Κλάδος Διαδικτύου

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ





ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ


Προηγούμενη Σελίδα
Παναγιώτης Χρήστου

Ο Άνθρωπος στο Άπειρο της Αϊδιότητος

Από: περ. Εποπτεία 67, Αθήνα 1982 (σελ. 369-93).


Το κτιστό και το άκτιστο

Στο Νεοπλατωνικό σύστημα ο άνθρωπος θα μπορούσε άνετα να θεωρηθεί άναρχος και ατελεύτητος, διότι σ'αυτό όλα τα όντα της ίδιας με το Ένα ουσίας, προέρχονται από αυτό και τελικά επιστρέφουν σ'αυτό. Δεν πρόκειται όμως εκεί για προσωπική ύπαρξη, αλλά για την επ' άπειρο επιβίωση της ιδέας του ανθρώπου ή της κοινής ουσίας της ανθρωπότητος. Σ'ένα προσωκρατικό όμως σύστημα σαν του Μαξίμου φαίνεται εκ πρωτης όψεως παράδοξο και ακατανόητο ότι θα μπορούσε ο άνθρωπος να εισέλθει στην τροχιά του ακτίστου. Το άκτιστο είναι το αληθινά υπαρκτό, το μη υποκείμενο σε αριθμό και κίνηση, το μοναδικό. Το κτιστό ειναι το προελθόν από το μη ον, το υποκείμενο σε κίνηση, το πολυειδές. Με μια αποφθεγματική πρόταση αυτή η θεμελιώδης διάκριση της χριστιανικής θεολογίας εκφράζεται έτσι: "Ακτίστου και κτιστού άπειρον το μέσον εστί και διάφορον" (1).

Αυτές οι δύο ενώπιόν μας λέξεις, κτιστό και άκτιστο, που διαφέρουν μόνον κατά το στερητικό άλφα, εκφράζουν δύο πραγματικότητες όχι απλώς διάφορες, αλλά ξένες μεταξύ τους, ευρισκόμενες σ'επίπεδα που δεν συναντώνται πουθενά. Περιορίζοντας την αναφορά σε μόνο τον άνθρωπο ο Μάξιμος, χαρακτηρίζει τη διάσταση σαν χάσμα, " φοβερόν τε και μέγα"(2).

Δεν είναι όμως δύσκολο ν'αντιληφθούμε ότι η αποψη του Μαξίμου για μια τόσο υψηλή καταξίωση του ανθρώπου εντάσσεται αρμονικά στο πλαίσιο της θεολογίας του, και ότι μάλιστα συνιστά το κορύφωμά της.

Πραγματικά ο καταλληλότερος τίτλος που θα μπορούσε να επιγραφεί επάνω στο σύνολο της λογοτεχνικής παραγωγής του είναι: "Η πορεία του ανθρώπου προς το Θεό".

Πιστός στην ορθόδοξη παράδοση, αλλά εμφαντικώτερα από όλους τους Πατέρες, παρουσιάζει τη σχέση μεταξύ των δύο κατηγοριών υπάρξεων, της θείας και της εγκοσμίου, με διπλό πρίσμα, χωρίς αυτό να περικλείει καμιά αντίφαση. Τις παρουσιάζει δηλαδή άλλοτε σαν ξένες μεταξύ τους και άλλοτε σαν οικείες.

Ετσι το κτιστό δεν είναι σ'όλη την έκταση και πάντοτε ξένο και ασύνδετο με το άκτιστο. Με ιδιαίτερους μάλιστα κρίκους συνδέεται προς το Θεό ο άνθρωπος, που όχι μόνο ο ίδιος διατηρεί κάποια συνάφεια με αυτόν, αλλά αποτελεί και σύνδεσμο μεταξύ των δύο άκρων, της θείας άκτιστης φύσεως και της άψυχης κτιστής φύσεως.





ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1. Περί αποριών, PG 91, 1077Α.

2. Περί αποριών, PG 91, 1172Α.

Προηγούμενη Σελίδα